Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

Ανάμεσα σε μαρτυρολόγιο και μαγική εικόνα

Της Ευγενίας Μακαριάδη

“Η αιώνια επιστροφή» της Ελένης Γκίκα (γεν.1959).
Συνήθως λενε για ένα βιβλίο, που άρεσε, ότι το διάβασαν με μια ανάσα... ε’ λοιπόν αυτό το βιβλίο δεν διαβάζεται έτσι· Αυτό το βιβλίο είναι ένας πυκνά πλεγμένος ιστός που θέλει πολύ δουλειά για να δεις τι κρύβει από πίσω. Ήταν για μένα έκπληξη, ήταν μια μαγική εικόνα που έπρεπε να ψάξω πολύ για την αποκάλυψή της. Δεν σας κρύβω ότι διάβασα τις τετρακόσιες και πλέον σελίδες δυο φορές (και ξεφυλλίζοντάς το άλλες τόσες) για να μου αποκαλυφτούν οι θησαυροί κάτω από μια ποιητική γραφή καθώς επίσης και εκείνοι της παγκόσμιας λογοτεχνίας, που η αλήθεια είναι ότι δεν τους είχα εντοπίσει διαβάζοντας... έτσι η συγγραφέας σε παρακινεί σε επανάληψη αναφέροντας την πραγματική υπόσταση των τριάντα και πλέον βιβλίων, ώστε να φτάσεις στον πυρήνα και να τους βρεις.

Ας μου επιτραπεί να αναφέρω μερικούς τίτλους σπουδαίων βιβλίων, που εισηγείται στο βιβλίο της η συγγραφέας: Τσάι στη Σαχάρα (του Πολ Μπόουλς), Η πτώση (του Αλμπερ Καμύ), Γραμμή Σκιάς (του Τζόζεφ Κόνραντ), Μετά το σεισμό (του Χαρούκι Μουρακάμι), Θάνατος στη Βενετία (του Τόμας Μαν, ΣΤΑΛΚΕΡ ταινία του Αντρέι Ταρκόφσκι (των Αρκάντι και Μπόρις Στρουγκάτσκι), ΘΥΣΙΑ (ταινία του Αντρέι Ταρκόφσκι), Ο φύλακας στη σίκαλη (του Τζ.Ντ. Σάλιντζερ) και ένα σωρό άλλα για να μην σας κουράζω.

Τώρα, όλοι αυτοί που περιτριγυρίζουν την ηρωίδα του βιβλίου και τους υπεραγαπά έχουν διπλή ζωή κάτι που εκείνη αγνοεί, και δεν είναι τίποτα άλλο παρά ορκισμένοι σταυροφόροι του καιρού μας, που όπως αναφέρει το βιβλίο, για μια ιδέα μάταιη, φαιδρή και περιττή.

Αξίζει εδώ και με παρακινεί το θέμα της τρομοκρατίας, που θίγει η μυθιστορία, να κάνω μνεία στους αδικοχαμένους νέους όπως:

ο Θάνος Αξαρλιάν (ετών 20) το 1972, Ο Αλέξης Γρηγορόπουλος (ετών 15) το 2008, ο Νίκολας Τόντι (ετών 25) το 2010, ο Χαμιντουλάν Νατζάφι (ετών 15, το αφγανόπουλο που ψάχνοντας στον σκουπιδοτενεκέ, για την επιβίωσή του, βρήκε κουτί - βόμβα έσκασε στα χέρια του τον κομμάτιασε και τύφλωσε τη μικρή του αδελφή) το 2010, τους τρεις υπαλλήλους της Τράπεζας Μαρφίν τον Επαμεινώνδα Τσούκαλη (ετών 36), την Αγγελική Παπαθανασοπούλου (ετών 32, εγκυμονούσα), την Παρασκευή Ζούλια (ετών 35) το 2010.- (βάζω τελεία και παύλα για ξόρκι).

Όνειρα, ποιήματα, έρωτας, φόβοι, πόνοι ζωής και θανάτου το ένα μέσα στ’ άλλο σαν τις ρώσικες κούκλες. Το ξόρκι μιας ερωτικής σχέσης που δεν πιάνει εξαπίνης το θάνατο· άραγε τελειώνει μια αγάπη, ένας έρωτας, όταν ένας από τους δυο εξαφανιστεί; Τελειώνει το πήγαινε-έλα της γέννησης, του θανάτου, της αρχής και του τέλους;

Το μαρτυρολόγιο μιας γυναίκας που σαν βαλκυρία λαχταράει να πάρει τις ψυχές των αγαπημένων σκοτωμένων για να ξαναγυρίσουν στη ζωή. Άραγε έχει ξεφύγει κανείς από την «αιώνια επιστροφή;» Πόσοι τολμούν να μάθουν αυτό που είναι, πόσοι τολμούν να γνωρίσουν τον εαυτό τους με κόστος την ίδια τους τη ζωή και να φτάσουν στη «χρυσή σφαίρα» που υλοποιεί την κάθε επιθυμία τους; έτσι η ηρωίδα του βιβλίου αναμετράει την ψυχή της με τον ίδιο της τον εαυτό στη μυστηριώδη Ζώνη όπου θα βρει το δωμάτιο των επιθυμιών, χώρος πίστης. όπως ο «Στάλκερ», ο οδηγός, (ταινία Α.Ταρκόφσκι) που οδήγησε έναν επιστήμονα και ένα συγγραφέα να φτάσουν εκεί και να εκφράσουν ότι πολυτιμότερο ποθούν και η ευχή τους θα πραγματοποιηθεί. Ο επιστήμονας παρακάλεσε να γυρίσει στη ζωή ο σκοτωμένος εξ αιτίας του αδελφός του που υπεραγαπά. Σαν γύρισε στο σπίτι του ανακάλυψε πως είχε γίνει πάμπλουτος. Βλέπετε η «Ζώνη» αγνοώντας την ευχή που ο ίδιος ήθελε να πιστεύει γι’ αυτόν εκπλήρωσε τον βαθύτερο στόχο και πραγματικό του πόθο..

Ένας καθηγητής και εκδότης βιβλίων ο πατέρας της, της μετάδωσε το πάθος της γνώσης, της σκέψης,
«Εν αρχή ην ο Λόγος», ασχέτως αν ο ίδιος κρυβόταν στις απουσίες του, στις σιωπές του. Η μάνα της, ως άλλη «μαντάμ Μποβαρί» όμορφη, ερωτική, λίγο έρχεται, περισσότερο φεύγει, μέχρι που βρήκε τη λύτρωση τρυπώντας τις φλέβες της στο μπάνιο κάποιου ξενοδοχείου. Ποιος φταιει; μήπως ο Πατέρας; μήπως η ίδια; μα ήταν τόσο μικρή τότε, όμως ακόμα υποφέρει με κείνο το ατέλειωτο «γιατί». Το «γιατί» που έχει ανάγκη ένα παιδί όταν η στοργή και η αγάπη των γονιών, που τόσο έχει ανάγκη, είναι ελλιπής. Αγαπημένα πρόσωπα μέσα στις σιωπές και στα μυστικά. Και τώρα στη δούλεψή της, στον εκδοτικό οίκο που κληρονόμησε από τον πατέρα, η νεαρή Μαρίλη με τα μπλε μάτια, ίδια ο εαυτός της, ο σωσίας της, μόνο που εκείνη δεν πήρε τα μπλε μάτια του πατέρα, αλλά πράσινα της μάνας. Είναι δυνατόν; Αγαπούν τα ίδια πράγματα, αφοσιώνεται η Μαρίλη στο νέο περιοδικό με τον τίτλο που η ηρωίδα μας, η Όλγα πρότεινε και είχε κι’ εκείνη στο μυαλό της, «η αιώνια επιστροφή». Έχει κουραστεί, έχει μεγαλώσει, η συνέχειά της η Μαρίλη. Τι σύμπτωση Μαρίλη είχε ονομάσει και μια κούκλα της που έπαιζε μικρή, εκείνη με το μπλε ταφταδένιο φουστανάκι..

και ένας αιώνιος αγαπημένος, ο μοναδικός εραστής, χαμένος χρόνια κάπου στην μεγάλη έρημο της Αφρικής και κείνη χρόνια μόνη, μέχρι που κάποιος έρχεται από το πουθενά, άλλη μορφή μέσα στην ίδια μορφή, Ορέστης τ’ όνομά του. Ποιος είναι τι της θυμίζει; κάτι της θυμίζει το τσουλούφι του, η ελιά σαν σοκολάτα στο άτριχο σώμα του, ένας άντρας που της ζωντανεύει πάθος ερωτικό ξεχασμένο χρόνια. ένα σημάδι θέλει να της κάνει κάπου ψηλά στο μηρό, έτσι που να κρατάει μέχρι να ξανάρθει. να το βλέπει μόνο κείνη και να συνειδητοποιεί την αλήθεια του. Και ο Ορέστης εραστής με μυστική επικίνδυνη ζωή, ερωτευμένος μαζί της με μια αγάπη από παλιά, όταν εκείνη ήταν ερωτευμένη με κείνον τον άντρα που τόσο εκείνος ζήλευε..

όμως κανείς δεν είναι διατεθειμένος να την βγάλει από την άγνοιά της, είναι εντολή του αρχηγού πατέρα, καθηγητή και εκδότη. Η Όλγα δεν ξέρει τίποτα και δεν χρειάζεται να μάθει και αυτό είναι ο πόνος, το παράπονο της Μαρίλης γιατί μόνο η Όλγα εκτός; γιατί η ίδια μέσα στον κίνδυνο; αφού και οι δυο από τον ίδιο σπασμό γεννήθηκαν;

έτσι ο Ορέστης πίσω από σεξιστικές κουβέντες κρύβει την αγάπη του και αντί «έρχομαι να αγαπηθούμε» της στέλνει ηλεκτρονικά μηνύματα «Θα καυλώσουμε;»

Πήρε την αρχηγία μετά το θάνατο του καθηγητή. συνέχισε τον αγώνα για την «επανάσταση» και ζωσμένος με εκρηκτικά κομματιάστηκε, μια θυσία ιδεολογίας, μια θυσία αγάπης και έρωτα, αφού τώρα εκείνη τα ξέρει όλα και μέσα στη σιωπή της εξαφανίστηκε.

Τελειώνω με τη φράση του βιβλίου «αν η ζωή μας είναι μια αντανάκλαση.. αν όνειρο.. μέσα σε όνειρο.. γι’ αυτό ας μη μας τρομάζει..


Σημείωσεις:

-Αφιερώνω στην Ελένη Γκίκα ένα απόσπασμα του βιβλίου με τίτλο «ΤΟ ΧΑΡΤΙΝΟ ΣΠΙΤΙ» του συγγραφέα Κάρλος Μαρία Ντομίνγκες (γεν. 1955-Αργεντινή).
« Συχνά είναι πιο δύσκολο να ξεφορτωθείς ένα βιβλίο παρά να το
αποκτήσεις. Κολλάνε πάνω μας με ένα συμφωνητικό ανάγκης
και λησμονιάς σαν να ήταν μάρτυρες κάποιας στιγμής της ζωής μας που δε θα ξαναζήσουμε.»


-Πιστεύω ότι δε χρειαζόταν να παρεμβάλλει η συγγραφέας στη μυθιστορία της τόσο μεγάλη λίστα βιβλίων με εισηγήσεις και κριτικές.

-Θέλω να επισημάνω ότι απέχω παρασάγγας από αυτό που λένε κριτική βιβλίων ή για να εκφραστώ πιο απλά δεν ξέρω να κάνω κριτική στα λογοτεχνήματα κι ας τ’ αγαπώ πολύ. Απλά γράφω σκέψεις απ’ αυτά που πήρα, απ’ αυτά που κέρδισα διαβάζοντάς τα.


Ευγενία Μακαριάδη.
Αναρτήθηκε από Ευγενία (Τζένη) Μακαριάδη. στις 2:12 μ.μ.

ΥΓ. Ευχαριστώ την κυρία Μακαριάδη, για τον χρόνο της και για το όμορφο κείμενό της!

Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2011

“Αν πατήσεις το κατάλληλο κουμπί, σε επιβραβεύουν... αν πατήσεις το λάθος, σε φιλοδωρούν με μια ηλεκτρική εκκένωση”.

“Η ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΧΑΜΑΙΛΕΟΝΤΑ” της Μινέτ Γουόλτερς. Μετάφραση: Έφη Τσιρώνη. Εκδ. “Ψυχογιός”, σελ. 516, € 20

“Με ένα αίσθημα τρόμου, ο Άκλαντ συνειδητοποιούσε ότι ήταν ξύπνιος- χωρίς να έχει ιδέα ποιος ήταν, πού βρισκόταν ή τι του είχε συμβεί... Η ενστικτώδης αντίδρασή του προς τη γυναίκα ήταν η αντιπάθεια”.
“Θυμήθηκε το όνομά του- Τσαρλς Άκλαντ. Το επάγγελμά του- Υπολοχαγός του Βρετανικού Στρατού. Την τελευταία αποστολή του- Ιράκ... Την επόμενη κιόλας στιγμή κατάλαβε ποια ήταν η γυναίκα, και γιατί το άγγιγμά της τον απωθούσε”.
Το καινούργιο ψυχολογικό θρίλερ της Μινέτ Γουόλτερς “Η σκιά του χαμαιλέοντα” που εντελώς σου κόβει εξ' αρχής την ανάσα, ξεκινά από το μη παρέκει (ή τουλάχιστον αυτό προσποιείται, έτσι φαίνεται).
Ο υπολοχαγός Τσαρλς Άκλαντ μεταφέρεται μετά την τραγική επίθεση που υπέστησαν οι νεκροί πια άντρες του στο Ιράκ, παραμορφωμένος και με σοβαρές κρανιακές κακώσεις. Μετά από άπειρα χειρουργεία, ψυχολογική υποστήριξη, προσπαθεί εις μάτην να ενταχθεί. Δεν αντέχει την μάνα του, την πρώην του, αντιδρά και στο ελάχιστο άγγιγμα, όλα δείχνουν ότι μισεί τις γυναίκες. Ο ψυχίατρός του και η αντικαταστράτριά του κατόπιν, προσπαθούν να βγάλουν μιαν άκρη:
“Οι άνδρες σου και εσύ ήσαστε τα πρώτα θύματα μιας καινούργιας μορφής επίθεσης, και το μόνο λάθος σου ήταν ότι βρέθηκες στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή”.
“Η συναισθηματική αμνησία- η οποία ενδεχομένως εμπεριέχει το στοιχείο της επιλογής- έπεται μιας ψυχολογικά τραυματικής εμπειρίες”.
“Ισως όμως υπάρχει κάτι που δεν μου έχεις πει.
Συνέβη κάτι προτού φύγεις για το Ιράκ;”
Όμως ο Τσαρλς Άκλαντ, σφήγκα, δεν αποκαλύπτει από το παρελθόν του σχεδόν τίποτα. Ενώ παράλληλα, μια σειρά από δολοφονίες τον καθιστούν ύποπτο. Κάποιος σκοτώνει ομοφυλόφιλους μεσήλικες. Κι ο Άκλαντ βρίσκεται και πάλι, τη λάθος στιγμή, στη λάθος θέση.
“Όλοι μας μπορούμε να αποξενωθούμε από το κοινωνικό σύνολο, Τσαρλς- εξάλλου, η απομόνωση είναι πολύ της μόδας στις μέρες μας. Αυτό που θέλει πραγματικό κουράγιο είναι η προσπάθεια για επανένταξη”.
Την μοναδική γυναίκα, ή μάλλον τον μοναδικό άνθρωπο, που φαίνεται κάπως να εμπιστεύεται είναι η ιδιοκτήτρια της παμπ όπου εμπλέκεται σε καυγά, γιατρό και αθλήτρια μπόντι μπίλντιγκ, Τζάκσον.
Στο περίγυρο, η σύγχρονη δυτική μοναξιά που τρομοκρατεί, ατμόσφαιρα ερέβους και ζόφου, ήρωες (πρωταγωνιστές και δευτεραγωνιστές) Ιανοί, και μέσα σε όλα αυτά και η πρώην αρραβωνιαστικιά του πανταχού παρούσα να μοιάζει ή να προσποιείται την Ούμα Θέρμαν.
Ο αναγνώστης παρακολουθεί με κομμένη ανάσα το παιχνίδι της γάτας και του ποντικιού που παίζει ο δολοφόνος των δολοφονημένων ανδρών και μέχρι την τελευταία στιγμή, μέσα από θεατρικούς καλοστημένους, άκρως ψυχαναλυτικούς διαλόγους, αμφιβάλει και αναζητεί.
Στις σελίδες, η θεωρία της συγχρονικότητας, ο Κίκεγκορ, η αργή αλλά σταθερή διάλυση μιας προσωπικότητας, ο πόνος- φάντασμα στο μάτι που πια δεν υπάρχει, η διαχείριση του θυμού και η παραδοχή του βασικού ήρωα “στην πραγματικότητα η γυναίκα που μου άρεσε ποτέ δεν υπήρχε”, συστήνουν ένα πολυεπίπεδο βιβλίο- ανάγνωσμα, οξυδερκές και με εξαίρεση επίγνωση γλώσσας.
Ατμοσφαιρικό, ψυχαναλυτικό, υπαρξιακό, αστυνομικό μυθιστόρημα με αντιφατικούς διαταραγμένους ήρωες, κοινωνική μοναξιά, φόβο του διαφορετικού και πολλές λεπτές παραμέτρους.
Και ο άνθρωπος, φυσικά, ως κοινωνικό ή ερωτικό πειραματόζωο: “Αν πατήσεις το κατάλληλο κουμπί, σε επιβραβεύουν... αν πατήσεις το λάθος, σε φιλοδωρούν με μια ηλεκτρική εκκένωση”.
Μια ιστορία αποκαλυπτική γι' αυτήν καθ' εαυτή την ανθρώπινη ομιχλώδη, αντιφατική φύση. Όλα είναι εκεί, σε διαρκή και συνεχή ανατροπή. Ο δολοφόνος με το αγγελικό πρόσωπο και τελικά η άρση της καθεστηκυίας φράσης εφόσον τα πάντα δεν είναι “μορφή και ψυχή”. Με διαρκή διαλεκτική που θυμίζει την μαιευτική του Σωκράτη και με άκρως ψυχαναλυτική λογική. Η μάχη του Καλού με το Κακό που είναι πάντα παρούσα, παντού, και δυσδιάκριτη. Επειδή τίποτε-τελικά-δεν-είναι- όπως-φαίνεται, κι αυτό αφορά μια ζωή, την Ζωή. Θα μπορούσε να είναι και η πορεία μιας ψυχανάλυσης.



ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ:
Η Μινέτ Γουόλτερς είναι μια από τις μεγάλες κυρίες της Βρετανικής αστυνομικής λογοτεχνίας και η πλέον δημοφιλής συγγραφέας του είδους σήμερα στην Αγγλία.
Έχει τιμηθεί με το βρεταννικό βραβείο CWA John Creasy,
το αμερικανικό Efgar Allan Poe Award για το καλύτερο αστυνομικό μυθιστόρημα που δημοσιεύθηκε στην Αμερική,
καθώς και με δυο βραβεία CWA Gold Daggers για το καλύτερο αστυνομικό μυθιστόρημα.
Σχεδόν 25 εκατομμύρια αντίτυπα των βιβλίων της έχουν πωληθεί παγκοσμίως, ενώ τα δικαιώματά τους έχουν εκχωρηθεί σε περισσότερες από 40 χώρες, και έχουν μεταφραστεί σε 36 γλώσσες.
“Η σκιά του Χαμαιλέοντα” είναι το δέκατο τέταρτο βιβλίο της.
Σήμερα ζει στο Ντόρσετ της Αγγλίας.
Από τα έργα της κυκλοφορούν ήδη στα ελληνικά:
“Εκδίκηση από το παρελθόν”, 1995, Εκδ. Πατάκη
“Οι φόνοι της οδού Λέβεν”, 1995, Εκδ. Πατάκη
“Το φίμωτρο της στρίγγλας”, 1996, Εκδ. Πατάκη
“Ο σκοτεινός θάλαμος”, 1996, Εκδ. Πατάκη
“Ηχώ”, 1998, Εκδ. Πατάκη
“Η κατάρα της αλεπούς”, 2006, Εκδ. Πόλις
“Διαταραγμένες ψυχές”, 2007, Εκδ. Πόλις
“Η σκιά του χαμαιλέοντα”, 2010, Εκδ. Ψυχογιός


ΥΓ. Δημοσιεύθηκε στο Έθνος της Κυριακής και ευχαριστώ θερμά θερμότατα την Αρετή Κολλάτου που υπήρξε η αφορμή να το διαβάσω!

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011

Ο άλλος εαυτός

Πολιτισμός
«ΑΙΩΝΙΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ»
Ε. Γκίκα Εκδόσεις, Ψυχογιός 2010, σελ. 448
Γράφει ο Κώστας Τραχανάς
Τασος Κωτσης, Δευτέρα, 7 Φεβρουαρίου 2011
... Και ο τίτλος δανεικός, σαν τη ζωή την ίδια. Από ένα αρνί και γατί, όπως κι αυτός, στο άλλο, στο άλλο… Από τον ίδιο το σπασμό εκτιναγμένη στον κόσμο σαν δίδυμη κούκλα, αδελφή κρυφή-φανερή.
Πίστευα ότι το καλύτερο βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2010 ήταν «Τα σακιά» της Ιωάννας Καρυστιάνη, όμως έκανα λάθος, άλλο ήταν το αριστούργημα της χρονιάς, η «Αιώνια επιστροφή», της Ελένης Γκίκα.
Όμως το βιβλίο της Ελένης Γκίκα, δεν μπορεί να διαβαστεί από όλους τους αναγνώστες, όπως το βιβλίο της Καρυστιάνη. Πρέπει να έχεις διαβάσει εκατοντάδες βιβλία, άρα είναι ένα βιβλίο κυρίως για βιβλιοφάγους και όχι για περιστασιακούς αναγνώστες.
Το βιβλίο «Αιώνια επιστροφή» είναι σαν παλίμψηστο, που είναι πολλά μαζί (συγκεκριμένα 38 βιβλία, που αναλύει, παρουσιάζει και συνδέει αρμονικά με το δικό της μυθιστόρημα η κριτικός λογοτεχνίας Ελένη Γκίκα). Είναι ένα βιβλίο που μιλάει για πολλά βιβλία και συγγραφείς και μπορεί στον καθένα μας να «τραγουδήσει» διαφορετικά, ανάλογα με τις «μουσικές» που ο καθένας μας κουβαλάει…
Το βιβλίο αυτό είναι μια Βιβλιοθήκη. Είναι όλος ο κόσμος και όλη η ζωή της Ελένη Γκίκα. Μόνο με τα βιβλία ανεβαίνεις ψηλά, πιστεύει η συγγραφέας, μόνο με τα βιβλία πετάς. Και ο Μπόρχες, ο Καμύ, ο Γκράχαμ Γκριν και ο Ταρκόφσκι, είναι τα τέσσερα ευαγγέλια της !!!!
Η «Αιώνια επιστροφή», ο Μπόρχες, ο Κάντορ, το σειριακό σύμπαν, οι υπερπεπερασμένοι αριθμοί, ο Νίτσε, ο Μπλανκί, ο Πλωτίνος (Οι πλατωνικές ιδέες είναι αριθμητικά περιορισμένες, και οι συνδυασμοί τους είναι επίσης περιορισμένοι. Από ένα σημείο κι έπειτα επαναλαμβάνονται, κι έτσι έχουμε την αιώνια επιστροφή), ο Χιουμ (Ο αριθμός των στοιχείων που συνθέτουν το σύμπαν είναι περιορισμένος και οι συνδυασμοί τους αναγκαστικά επαναλαμβάνονται), ο χρόνος, η ζωή, …..

«Αιώνια επιστροφή, έτσι θα το πει.
Και ο τίτλος δανεικός, σαν τη ζωή την ίδια. Από ένα αρνί και γατί, όπως κι αυτός, στο άλλο, στο άλλο… Από τον ίδιο το σπασμό εκτιναγμένη στον κόσμο σαν δίδυμη κούκλα, αδελφή κρυφή-φανερή.
Πεπτωκυία Λίλιθ – λήθη – λησμονιά – λησμοσύνη - Μαρίλη…
Βαλκυρία κι αυτή, που αενάως γυρνά, θα γυρνά…
«Ροδιά», «αγριοβιολέτα», «πασχαλιά μου». Σπείρα η ιστορία, και η ειλημμένη απόφαση να την πιάσει ξανά από την αρχή. Με όλη τη λάμψη και τη φωτιά, με όλο το πάθος και την καταστροφή, την παρακμή, τον μάταιο -ή μήπως όχι και τόσο μάταιο;- αγώνα.
Με ξεφτισμένες λέξεις, με φθαρμένες κινήσεις και φορτισμένες σιωπές. Αναζητώντας τον εαυτό της-χαμένο, κερδισμένο χρόνο, τι σημασίας έχει τώρα πια; Τώρα που όλα γίνονται έλεος και παρελθόν, θεϊκό παρόν και μέλλον. Όλη η ζωή, μια στιγμή! Στη Ζώνη των Επιθυμιών.
Φτάνει να τολμήσει να μπει.
Ζέφυρος. Ταρκόφσκι.
Χρειάζεται να τα μετρήσει τα χρόνια;»

Όλη η υπόθεση του βιβλίου των 448 σελίδων, σε αυτό το μικρό κείμενο της Ελένης Γκίκα.

Το μυθιστόρημα αρχίζει με «Στάλκερ» μια αριστουργηματική, αλληγορική, θεολογική κατά βάση ιστορία των αδελφών Στρουγκάτσι («Πικ νικ δίπλα στο δρόμο»)που έγινε ταινία από τον Ταρκόφσκι και κλείνει πάλι με «Στάλκερ». Αρχίζει με την μοναδική κραυγή απόγνωσης του ήρωα του βιβλίου Ρέντρικ Σούχαρτ : «Θεέ μου, που είναι οι λέξεις, που είναι οι σκέψεις μου; Σε όλη μου τη ζωή δεν έχω κάνει μια σκέψη!» και τελειώνει με την ίδια κραυγή της ηρωίδας του μυθιστορήματος, το alterego της Ελένη Γκίκα: «Θεέ μου, που είναι οι λέξεις, που είναι οι σκέψεις μου; Την ώρα που απελπισμένη τις ψάχνει , διαπιστώνει ότι είναι εδώ , τις έχει στη μνήμη, ζωή, τραύμα, γάζα, ψίθυρο, προσευχή στο χαρτί.
Ο τίτλος της απομένει.
Αλλά και αυτόν τον γνωρίζει
Αιώνια Επιστροφή.
Το όνομά της θα αλλάξει μονάχα.
Όχι «Καμία», κάτι συνηθισμένο.
Να τους μπερδέψει. Για να γίνει, τελικά, πιστευτή.
Εκείνη μονάχα αρκεί πιστά να ακολουθεί τη μέσα φωνή, την αόρατη γραφή. Τα βήματα.
Γιατί κάτι μέσα της ξέρει, την οδηγεί»…

H ζωή της Όλγας, το αίμα της μάνα της να στοιχειώνει στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, ο Ορέστης, ο εραστής που χάθηκε κάπου στην Αφρική. Εκείνος, ο Θεός, βουβός, σε μια κλινική, η Μαρίλη, το άλλο μισό της Όλγας, όλοι αυτοί είναι οι ήρωες του βιβλίου.
Μια ιστορία μέσα στην ιστορία και οι παράλληλοι κόσμοι της τέχνης και της ζωής.

Στην «Αιώνια επιστροφή» ο αναγνώστης θα συναντήσει : Φλομπέρ, Σαρτρ, Μπλέϊκ, Χάμετ, Ιώβ, Γκαλεάνο, Βίκτορ,Κέστλερ, Γιουρσενάρ,Χόθορν,Ογκάουα, Ντάρελ, Μαγιακόφσκι, Γιεσένιν, Κάφκα, Μαν, Σαχτούρη, Μαλαρμέ, Μπόρχες, Σάμπατο, Καρυωτάκη, Μισίμα, Καουαμπάτα, Πασκάλ, Μπρικνέρ, Κάμινγκς, Σέξτον, Πλαθ, Αλτουσέρ, Γουλφ, Χεμινγουέϊ, Μπέριμαν, Ουίτμαν, Ρίλκε, Έλιοτ, Γέιτς, Ελιάρ, Μπομπέν, Βιντγκενστάϊν, Προυστ, Γαλανάκη, Σεμπρούν, Ράμφο, Μποντλέρ, Λοτρεαμόν, Μπακούνιν, Αριστοτέλη, Ντυράς, Ζενέ, Μπροχ, Νιζάν, Τζέϊμς, Σωκράτη, Τζάκσον, Γκέιφορντ, Πυθαγόρα, Πόε, Νετσάγιεφ, Πράϊσνερ, Μπαρνς, Βερν, Ντίκενς, Μποβουάρ, Ιονέσκο, Μπέκετ, Ουάιλντ, Μέλβιλ,Κόνραντ, Φρόϊντ, Ντίκινσον, Γκρέϊβις, Χρυσόπουλο, Βίλα-Μάτας, Περέκ, Πεσόα, Καραπάνου, Μπέϊκον, Χόπερ, Ντε Κουίνσι, Σαγκάλ, Κάρολ, Σάλιντζερ, Μπερνς, Ράντο, Χάμετ, Ντίλαν, Γιουνγκ, Κλίμα, Θερβάντες, Μπλέϊκ, Μπόουλς, Χάισμιθ, Πούσκιν, Τολστόϊ, Ντοστογιέφσκι, Μαρκές, Μπλίξεν, Προυστ, Μίλερ, Σαίξπηρ, Παΐσιο, Πουανκαρέ, Στάιν, Ουίτμαν, Λόρενς, Φερλινγκέτι, Δημουλά, Ρουμί, Τρότσκι, Γκιμοσούλη,Δαββέτα, Ζατέλη, Μαντόγλου, Μαρούτσου, Μαρτίνες, Μοντιανό, Ρεάζ, Μόρισον, Μουρακάμι, Μπαρθελό, Στάμου, Φλιν, Στρουγκάτσι, Φοτορινό, Μπολάνιο, Ντίλαραντ, Νικόλαο Μητροπολίτη … και Αμπράμοβιτς, Χατζιδάκη, Κάλας, Ταρκόφσκι, Μπόγκαρτ, Μπέργκμαν, Στρίνμπεργκ, Μοντάν, Ρέμπαρντ, Βαν Γκιογκ, Γκογκέν, Λαμπεντούζα……..

Ένα βιβλίο ύμνος στη Γραφή και την Τέχνη. Ένα βιβλίο που δείχνει τη συγγραφική ωριμότητα της Ελένης Γκίκα.

Η Ελένη Γκίκα γεννήθηκε το 1959 στο Κορωπί. Δημοσιογράφος και βιβλιοκριτικός στις Εικόνες και στο Έθνος της Κυριακής από το 1983, έχει ασχοληθεί με το μυθιστόρημα, το διήγημα, την ποίηση, το παραμύθι , και έχει επιμεληθεί βιβλία και σειρές. Κυκλοφορούν 26 βιβλία της.

Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή Ηλεκτρονική Έκδοση της εβδομαδιαίας εφημερίδας “Τα Γιάννινα”, και εννοείται ξαφνιάστηκα ευχάριστα και πολύ. Μου το έστειλαν με μέιλ!



Του Μάκη Πανώριου
Στο εξωτερικό κέλυφος αυτού του τελευταίου μυθιστορήματος της Ελένης Γκίκα, «διαβάζεται» μία ακόμη ιστορία ερωτικού πάθους. Της αιώνιας Γυναίκας, που εδώ ενέχει τη θέση συμβόλου, με τον αιώνιο Άντρα, σύμβολο και αυτός του «Άλλου Μισού», σύμφωνα με την πλατωνική φιλοσοφία.
Η Συνάντησή τους, ωστόσο, δεν είναι καθόλου εύκολη. Μέχρι να βιώσουν την Ταύτιση θα πρέπει να υπερβούν αφ’ ενός τον περιστασιακό εαυτό τους, αφ’ ετέρου τα στεγανά μιας αφόρητης καθημερινότητας. Και γι’ αυτό, ξαφνικά μέσα στο σκοτάδι της θλιβερής ζωής τους, η κραυγή τους, που ηχεί οπωσδήποτε ως ο λυγμός του πάσχοντος ανθρώπου, αποκτά μια τραγική απόχρωση. Συναισθάνονται την ερημιά τους, έχουν απόλυτη επίγνωση της επικείμενης αναχώρησής του προς το Έρεβος, γεγονός που θα τους κάνει να συνειδητοποιήσουν τη φρίκη του ολοκληρωτικού χωρισμού, και γι’ αυτό προσπαθούν να παραμείνουν με κάθε τρόπο σ’ αυτό το μαγικό τοπίο που είναι η Γη των Ανθρώπων, η οποία τους αποκάλυψε τον εσωτερικό μυθικό εαυτό τους. Έναν «Άλλο Εαυτό» που μόνο σ’ αυτήν μπορούν να βιώσουν – και που, όμως, είναι καταδικασμένοι να χάσουν. Η απεγνωσμένη προσπάθειά τους να ενωθούν «εις σάρκαν μία», δεν είναι παρά ο υπαρξιακός αγώνας τους, να νικήσουν την αναπόφευκτη φθορά σωμάτων και αισθημάτων.
Υπό αυτή την έννοια ο Έρωτας, με όλες τις επί μέρους συνιστώσες και συμπαραδηλώσεις του, ως ύψιστο ανθρώπινο συμβάν, αποκτά, υπερβαίνοντας την επιδερμική μόνο επαφή των σωμάτων, υπαρξιακή διάσταση. Μετουσιώνεται σε ύψιστο συναίσθημα που λειτουργεί ως αποκρυπτογραφικός κώδικας∙ αποκαλύπτει την τραγωδία της μοναξιάς του ανθρώπινου όντος. Παράλληλα μεταστοιχειώνεται σε «όπλο» αντιμετώπισής της. Αποκαλύπτει επίσης, κι αυτό ίσως είναι το σπουδαιότερο, τη σημασία και το νόημα της «πνευματοποιημένης» ύλης. Ξαφνικά το σώμα αρχίζει να εκπέμπει τον Άλλο Ήχο που βρίσκεται εν υπνώσει στα ενδότερά του, και τώρα, με την επανεργοποίηση του μυστικού άσματος της σάρκας, μετουσιώνεται σε Λόγο, βαθύτατα αληθινό, ο οποίος αντιγράφει το μυθικό εσωτερικό ανθρώπινο τοπίο, που αποκαλύπτεται κατάφυτο όχι μόνο από τερατώδη φυτά αλλά και από υπερκόσμια άνθη. Είναι το ‘φανταστικό’ τοπίο-ναός, κατοικία του Άλλου Εαυτού, που κληρώθηκε τη μέθεξη του ερωτικού φωτός.
Η Ελένη Γκίκα θα καταθέσει αυτή τη «φωτεινή» αποκάλυψη με εκρήξεις φράσεων, λέξεων, κραυγών, κινήσεων, βλεμμάτων, σκηνών, που επιλέγονται με την υπαρξιακή σημασία τους, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η σιωπή του χάους που καραδοκεί να τον καταβροχθίσει. Υπό αυτή την έννοια, μια κοινή φράση, όπως, επί παραδείγματι, «Σε θέλω τώρα», υπερβαίνει την περιστασιακή συναισθηματική της φόρτιση και γίνεται κραυγή ελέους – και έκκληση βοήθειας. Σηματοδοτεί δηλαδή την μεγάλη αγωνία, που δεν είναι παρά η «επίθεση» του εφιαλτικού «τώρα»∙ αντιμετωπίζεται μόνο μέσω της πληρότητας που μπορεί να εξασφαλίσει ο Θείος Έρως. Η εν λόγω ταύτιση των δύο πλασμάτων που ευλογήθηκαν με την Συνάντησή τους στο γήινο άνυδρο τοπίο, μπορεί πιθανώς να εμφανίζεται ως έκφραση απελπισίας, ως απεγνωσμένη προσπάθεια να ακυρωθεί το Αναπόφευκτο Μοιραίο. Στην πραγματικότητα όμως, λειτουργεί ως αντίσταση στη Φθορά. Το ανθρώπινο σώμα μπορεί να έχει συνειδητοποιήσει την επιστροφή του στο Χώμα, αλλά πριν απ’ αυτήν την επιβεβαίωση του Πεπρωμένου, έχει κατακτήσει την αυτοκρατορία του Πνεύματος πάντα μέσω του αποπνευματοποιημένου Έρωτα. Είναι και το θεϊκό όπλο με το οποίο μπορεί να αντιμετωπίσει την καταστροφή του, απ’ τα έγκατα της οποίας ως εκ τούτου θα αναδύεται πάντα και πάντα νικηφόρο από την τέφρα του.
Υπό αυτή την έννοια η «Αιώνια Επιστροφή», της Ελένης Γκίκα, λειτουργεί ως προβολή – μυθολογική αντανάκλαση του Αιώνιου Οδοιπόρου, ο οποίος μετά το τέλος του δρόμου του, και την επιστροφή του στο χώμα, επανέρχεται συμβολικά ως ο αναστημένος αρχαίος Φοίνικας, όχι για να θριαμβολογήσει τη νίκη της ζωής επί του θανάτου, αλλά για να συνεχίσει την ανοδική του πορεία προς την ολοκλήρωση του Έρωτα, την ως εκ τούτου μεταστοιχείωση του Εαυτού, και την μετάβασή του προς ένα άλλο ανώτερο υπαρξιακό επίπεδο.
Αυτόν ακριβώς τον άνθρωπο ‘συναντά’ η Ελένη Γκίκα στο προσκήνιο της γήινης περιπέτειάς του. Με γραμμές άλλοτε τρυφερές άλλοτε σκληρές, ωμές ή ποιητικές, λυρικές ή νατουραλιστικές, με χρώματα αυγινά ή χειμερινά, ανθούς ή άκανθες, με κραυγές, θρήνους, λυγμούς, οιμωγές, χαμόγελα, άσματα και σπαραχτικά ποιήματα, συνθέτει μια τοιχογραφία στα πρόσωπα της οποίας ο αναγνώστης αναγνωρίζει τον πάσχοντα εαυτό του. Το επιβεβαιώνουν εξάλλου και οι αναφορές σε ένα πλήθος ερεθιστικών μυθιστορημάτων, των οποίων οι ήρωες μεταδίνουν ‘κάτι’ από τη δική τους Συνομιλία με τη μυθολογία της Ύπαρξης. Η «Αιώνια Επιστροφή» της Ελένης Γκίκα, δεν υποδεικνύει μόνο την μυστική οδό προς θαυμαστή ήπειρό της, αλλά καλεί τον αναγνώστη της να ρίξουν μαζί ένα στοχαστικό βλέμμα στη Μυστική Κρύπτη. Εκεί που εμφωλεύει το ανθρώπινο σκοτεινό θαύμα. Και αυτό είναι το σπουδαίο –το κέδρος– αυτού του σπουδαίου μυθιστορήματος.
Μάκης Πανώριος – Ιανουάριος 2011

Το κείμενο του Μάκη Πανώριου ανέβηκε επωνύμως στην Book Press, ανωνύμως βέβαια ξέδωσαν ως συνήθως (αν και δεν είχα συνηθίσει σε τόοοση προσοχή) αλλά ας είναι, τα έχει αυτά η ζωή. Ευχαριστώ από καρδιάς όσους αφιέρωσαν χρόνο για μένα... Ανθίζει το παν εκεί έξω (εννοώ αμυγδαλιές, κερασιές επάνω στον Βόλο και στα Κάτω Λεχώνια, Κατερίνα φαντάζομαι θα γίνεται από τα λουλούδια χαμός.... )

Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011

ατόφιος ερωτισμός

Της Ελισάβετ Ε. Σπαντιδάκη

ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ

«Αυτό είναι το βιβλίο: μια ιστορία που σου μιλά σε πολλές γλώσσες. Μπορεί και στον καθένα μας, να «τραγουδήσει» διαφορετικά. Αναλόγως με τις μουσικές που ο καθένας μας κουβαλάει».

Αιώνια είναι η επιστροφή της Ελένης Γκίκα στη θεματική της: τα βιβλία, η απώλεια, ο έρωτας ο λεηλάτης, που δε θα της αφήσει τίποτα. Σα φοίνικας θα αναγεννιέται από τις στάχτες της και θα συνεχίζει τον ίδιο δρόμο. Θα χάνεται και θα ξαναβρίσκει τον δρόμο της επιστροφής, πάντα τον ίδιο, καθοδηγούμενη από ένα ένστικτο που δεν την προδίδει ποτέ.
Η Όλγα είναι ο φοίνικας και ψάχνει Εκείνον. Θυμάται τον πατέρα. Παραδίδεται στα χέρια του Ορέστη. Μια ιστορία χωρίς αρχή και τέλος, επί της ουσίας. Μια ιστορία που είναι αποτυπωμένη καθαρά μέσα από τα γρανάζια του μυαλού της πρωταγωνίστριας. Το χέρι της Ελένης Γκίκα πηγαίνει αυθόρμητα, δημιουργεί πηγαία γιατί πλέον είναι δεύτερη φύση της. Κι όσο προχωράς παρακάτω, συντονίζεσαι στο βόμβο της γραφής της και με έναν ερωτικό σχεδόν τρόπο, γίνεσαι ένα.
Να κάτι που δεν συνηθίζεται: ο ατόφιος ερωτισμός. Κάτι που πετυχαίνει η συγγραφέας χωρίς να το επιδιώκει, χωρίς να γίνεται αυτοσκοπός. Χωρίς καν, να έχει σημασία αν τη στιγμή που διαβάζεις μπροστά σου βρίσκεται μια ερωτική σκηνή ή μια κριτική βιβλίου. Και υπάρχουν δεκάδες μέσα στο βιβλίο της. Κριτικές που σ’ αναστατώνουν γιατί διαισθάνεσαι ότι η σχέση του κριτικού με το μυθιστόρημα δεν είναι απλώς επαγγελματική. Η κριτικός δένεται με το αντικείμενό της και το κάνει ένα, το κάνει δικό της, παραδίδεται σ’ αυτό όπως αυτό μοιάζει να έχει γραφτεί για εκείνη. Βλέπεις τα ίδια μυθιστορήματα που έχεις κι εσύ στα ράφια σου με το βλέμμα του Άλλου. Αυτά που ψιθύρισαν σε σένα θα μένουν πάντα κρυφά. Αλλά όταν η Ελένη Γκίκα τολμά, σου αποκαλύπτεται η δική της διάσταση, τα δικά της μυστικά με τα βιβλία.
Μπλέκεσαι ανάμεσα στις σχέσεις που έχει με τους ανθρώπους και στις σχέσεις που έχει με τα βιβλία. Ζωντανά και τα δύο για κείνη, πάντα «τελειώνουν» και μένει να ζητά παραπάνω. Σα το νερό που δε μπορεί να αιχμαλωτιστεί στη χούφτα. Γι’ αυτό τη διατρέχουν ολόκληρη οι σκιές τους, οι σκέψεις τους. Σκέψεις που μπλέκονται με τη πραγματικότητα ∙ με το όνειρο και με το διάβασμα. Συνειρμική γραφή που δεν επιτρέπει στους αναγνώστες της να ξεφύγουν τη παραμικρή στιγμή. Αλλιώς έχασαν το παιχνίδι, και θα πρέπει να επιστρέφουν πάλι πίσω από την αρχή για να ενσωματωθούν στο ρυθμό. Τέτοιο είναι το μυθιστόρημα της Ε. Γκίκα. Απ’ αυτά που δε σου επιτρέπουν να παρεκκλίνεις. Δε σου επιτρέπουν την «αφηρημένη» ανάγνωση. Γιατί είναι το ίδιο «αφηρημένο» φαινομενικά, έρμαιο της χειμαρρώδους σκέψης της συγγραφέα. Αλλά αυτή είναι η παγίδα. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Τίποτα δε τοποθετείται χωρίς λόγο στη κάθε πρόταση. Ακόμα και οι λέξεις που σταματάς κι αναρωτιέσαι «γιατί είναι εδώ;» έχουν λόγο. Έχουν αιτία. Η αποκάλυψη είναι καθαρά προσωπική.
Η συγγραφέας με το βιβλίο της αυτό επιδιώκει: να καταθέσει και να ερμηνεύσει ο καθένας αυτό που θα νιώσει εκείνος. Η ίδια καταβάλλεται από το συναίσθημα, συνθέτει κι αφήνει τον αναγνώστη να κάνει εκείνος τη δουλειά της μετάφρασης. Αυτή είναι η δεύτερη παγίδα. Δεν είναι μυθιστόρημα που μεταφράζεται με το τι μπορεί να σκεφτόταν η ίδια όταν το έγραφε, ούτε με το τι μπορεί να ήθελε να επισημάνει. Αυτά που θέλει να αποκαλύψει τα αποκαλύπτει. Η μελωδία της είναι ευδιάκριτη και μαγευτική, τα υπόλοιπα είναι πέρα για πέρα στο χέρι του αναγνώστη ως προς τι θα τα κάνει. Είναι ένα κείμενο που στρέφεται μέσα σου, κοιτάει τι θα βγει από σένα, τι θα ξυπνήσει σε εσένα. Η Ελένη Γκίκα αναστρέφει τη διαδικασία. Δε μιλάς εσύ για το βιβλίο. Μιλά αυτό για σένα.
Ένα κείμενο που θα μπορούσε να μεταφραστεί σε κλασική συμφωνία: με τα κρεσέντο και τα αντάτζιο, τα έγχορδα, τα κρουστά και τα πνευστά να συνθέτουν ξεχωριστά τις δικές τους φράσεις. Ατονικότητα; Εξαρτάται από το πόσο είναι εξασκημένο το αυτί σου. Πόσο θες να αποδομήσεις αυτό που λαμβάνεις και να γίνουν όλα χιλιάδες μικρά κομμάτια που θα χαροπαλεύουν για να έχουν λόγο ύπαρξης από μόνα, ή από το πόσο είσαι διατεθειμένος να λάβεις αυτό που έρχεται έτσι όπως είναι. Έτοιμο, συμπαγές, ολόκληρο. Νότες από μόνες τους δε θα μπορέσουν ποτέ να σε καταλάβουν. Θα τις αναγνωρίσεις αλλά μέχρι εκεί. Όλες μαζί όμως κινούν βουνά. Σαν τις λέξεις της Ελένης Γκίκα. Μια σύνθεση ενός μυθιστορήματος με το συναίσθημα στον υπερθετικό βαθμό. Σαν να το διαβάζεις και να σε σφίγγει στην αγκαλιά του, να σε σπρώχνει μακριά, να σε ακολουθεί σε κάθε σου βήμα, σε κάθε σου σκέψη. Αυτό πετυχαίνει η συγγραφέας.
Η μουσική του καθένα λοιπόν παίζει καθοριστικό ρόλο. Γιατί για να διαβάσεις αυτό το βιβλίο πρέπει πάνω απ’ όλα να έχεις μουσική μέσα σου. Όποια κι αν είναι αυτή, όπως κι αν εκφράζεται. Και θέλει να παραδοθείς. Και τότε, αποκάλυψη.

ΥΓ. Το υπέροχο κείμενο της Ελισάβετ, δημοσιεύθηκε στις “Διαδρομές” και πολύ την ευχαριστώ!