Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012

Έτσι και η μητέρα της Αρσινόης μπορεί να λέει χωρίς ενοχές «θυσιάστηκα για σας» με ένα χαμόγελο σαν της γάτας του Τσεσάιρ.


Γράφει η Τίτσα Πιπίνου 

στο περιοδικό Λωτός και στο Rodes.com


Η Ελένη Γκίκα, εξαιρετική δημοσιογράφος που ασχολείται χρόνια τώρα με τον πολιτισμό, είναι μία από τις καλύτερες συγγραφείς μας. Δεν λέω πεζογράφους γιατί γράφει και εξαιρετική ποίηση, δοκίμιο, γιατί αυτά στην εφημερίδα δεν είναι τίποτα άλλο παρά μικρά δοκίμια περί τέχνης.

Ο συγγραφέας συνήθως αναφέρει ως πιο αγα-πημένο του βιβλίο το τελευταίο του, ίσως γιατί χρονικά είναι πιο κοντά του. Ωστόσο, Η Γυναίκα της Βορινής Κουζίνας είναι πράγματι το καλύτερο βιβλίο της Ελένης Γκίκα. Πιο ώριμο, πιο βαθύ, πιο σοφό. Γραφή με στυλ, ρυθμό, ποίηση. Ένα χαμηλόφωνο μυθιστόρημα γεμάτο αίσθημα και εξομολογητική εχεμύθεια. Μια εξερεύνηση στο καμένο πεδίο της απουσίας της αγάπης.

Το βιβλίο ξεκινά με ένα γράμμα, και κατά κάποιο τρόπο έτσι συνεχίζει σαν επιστολή, σαν ημερολόγιο, σαν εξομολόγηση ή πιο σωστά σαν κραυγή. Σαν αυτά τα γράμματα που κλείνει ο ναυαγός σε ένα μπουκάλι με την ελπίδα να πέσει στα σωστά χέρια.

Στα περισσότερα βιβλία της Ελένης υπάρχει ένα παιχνίδι ανάμεσα στη συγγραφέα και τους ήρωες της αλλά και στη συγγραφέα και τον αναγνώστη που στην πραγματικότητα είναι ένα παιχνίδι ανάμεσα στα όνειρα και τους εφιάλτες, στο φανερό και στο καλά κρυμμένο. Ο χρόνος της αφήγησης είναι ο χρόνος της συναισθηματικής μνήμης

Η γυναίκα της Βορινής Κουζίνας ξενυχτά φτιάχνοντας μαντλέν για μια οικογένεια που έχει πια σκορπίσει και δεν υπάρχει κανείς για του τις προσφέρει, αλλά εκείνη πεισματικά και με αφοσίωση συνεχίζει να φτιάχνει στην κουζίνα της κάθε μέρα και κάθε νύχτα. Μαντλέν για τον άνδρα της κλαίγοντας κρυφά για την προδοσία του, για τις κόρες της που πια μεγάλωσαν και τίποτα δεν τις κρατά στο σπίτι και αγωνιώντας μέχρι θανάτου για τον έφηβο γιο της που έχει χαθεί στους δρόμους της Αθήνας και στο εξεγερμένο κέντρο στη διάρκεια των τελευταίων ταραχών. Στην αφιλόξενη πόλη που σε συνθλίβει, ένα αγόρι που πολεμά τη βία με τη βία.

Υπάρχει ακόμα Η Γυναίκα στο Ανατολικό Γραφείο που διαβάζει βιβλία, μεταφράζει Πρεβέρ και παραλληλίζει τη ζωή της με τους φανταστικούς ήρωες.

Θα υπάρχει επίσης και Η Γυναίκα στο Δυτικό Καθρέφτη εκεί που συναντώνται αυτές οι δύο γυναίκες χωρίς να γνωρίζουμε πάντα ποια είναι το είδωλο και ποια η πραγματική. Ή κάποιες φορές σαν χορός από αρχαία τραγωδία, Η Γυναίκα στο Δυτικό Καθρέφτη, θα μας προϊδεάζει για το επόμενο βήμα στη ζωή τους και θα εξηγεί όσα δεν μπορούν να εξηγήσουν αυτές οι δύο για τη δική τους ζωή.

Πάντα μία γυναίκα σε σχέση με τα σημεία του ορίζοντα.
Η μία γυναίκα λοιπόν που κάνει βασίλειο της την κουζίνα, αλλά που αυτή η κουζίνα γίνεται και ο τάφος των ονείρων της, αφού είναι ο χώρος που ξοδεύει αλύπητα τον χρόνο της, άρα και τη ζωή της. Ο ορίζοντας της θα είναι οι τοίχοι της κουζίνας και όσα φθάνει η ματιά της από το παράθυρο. Η πραγματική ζωή θα είναι πάντα κάπου αλλού μακριά της.

Η κουζίνα δεν είναι πια ένα απλό δωμάτιο, αλλά μετατρέπεται στο μαγικό της χώρο. Είναι σαν να εισέρχεται σε έναν άλλο κόσμο που της επιτρέπει να δημιουργεί και να υπάρχει. Μου έφερε στο μυαλό το αγοράκι στην ταινία Πολίτικη κουζίνα που όλη του η ζωή ήταν ανάμεσα σε μπαχαρικά και μυρωδιές που έβγαιναν από αχνιστές κατσαρόλες, αλλά εδώ τα πράγματα γίνονται ζοφερά δίχως την εύθυμη διάθεση της ταινίας.

Αυτή η γυναίκα θα κάνει παιδιά, θα νιώσει τον πόνο της γέννας και τα βάσανα της μητρότητας χωρίς ωστόσο να σταματήσει να βλέπει τον εαυτό της τον ίδιο παιδί αφού παιδικές μνήμες αναδύονται με κάθε αφορμή.

Η άλλη γυναίκα στο Ανατολικό Γραφείο εργάζεται, κυκλοφορεί, ερωτεύεται, πονάει, τρομάζει μέχρι θανάτου με τη γέννα και ονειρεύεται το παιδί που ποτέ δεν γέννησε. Τη μία στοιχειώνουν τα παιδιά που γέννησε, την άλλη τα παιδιά που δεν γέννησε. Η μία μέσα σε μεγάλη οικογένεια, η άλλη χωρίς, αλλά και οι δύο απέραντα μόνες στη φυλακή που επέλεξαν η μία στη μπισκοτένια της και η άλλη στη δική της χάρτινη.

Μία γυναίκα, δύο γυναίκες, πολλές γυναίκες, η ίδια γυναίκα και το αντεστραμμένο είδωλο της στον καθρέφτη, τα διαφορετικά πρόσωπα της ίδιας γυναίκας; Θα μπορούσε να είναι ένα από όλα αυτά ή όλα αυτά μαζί. Εσείς επιλέγετε. Ένα παλίμψηστο. Ένα καλειδοσκοπικό βιβλίο με εικόνες που μοιάζουν να επαναλαμβάνονται ωστόσο πάντα υπάρχει κάτι που τις ξεχωρίζει. Ένα βιβλίο που το ερμηνεύετε εσείς. Ένα από τα παιχνίδια, που έλεγα πιο πάνω, που κάνει η συγγραφέας με τους αναγνώστες και σας καλεί να πάρετε μέρος.

Σαν τη διπλή ζωή της Βερόνικα, την αριστουργηματική ταινία του Κισλόφσκι όπου δύο γυναίκες η Βερόνικα και η Βερονίκ που δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, η μία στην Κρακοβία και η άλλη στο Παρίσι μοιράζονται τις ίδιες ευαισθησίες και την αίσθηση ότι κάπου αλλού βρίσκεται το άλλο τους μισό.

Εδώ δύο γυναίκες που πότε συναντώνται και πότε απομακρύνονται απελπιστικά. Διαβάζουν τα ίδια βιβλία, αγαπούν και οι δύο το Αλεξανδρινό Κουαρτέτο του Λόρενς Ντάρελ- που τυγχάνει να είναι και εμένα το αγαπημένο μου-, και για όσους δεν το γνωρίζουν ο Λόρενς Ντάρελ έχει ζήσει στη Ρόδο σε ένα μικρό σπιτάκι πνιγμένο στις βουκαμβίλιες απέναντι από το σημερινό Καζίνο και έχει γράψει ένα καταπληκτικό βιβλίο με εικόνες μιας αμέσως μεταπολεμικής Ρόδου, αδιανόητες με την εικόνα που εμφανίζει το νησί σήμερα.

Υπάρχει και στις δύο περιπτώσεις αυτών των γυναικών μια παιδική ηλικία που δεν έχει χαθεί. Επανέρχεται πάντα ορμητική, ενοχλητική, καθοριστική για ότι συμβαίνει. Είναι τρομακτικό πώς η παιδική ηλικία καθορίζει τη ζωή μας σαν ενήλικες. Ακόμη και μια καλή φαινομενικά παιδική ηλικία δεν είναι ποτέ τόσο αθώα όσο δείχνει. Σαν κάποια ήρεμα όνειρα, φαινομενικά καλά που ωστόσο σε ξυπνούν τρομαγμένο γιατί εσύ ξέρεις ότι δεν είναι καλά όνειρα αλλά υπάρχει μια κρυμμένη απειλή που δεν μπορείς να προσδιορίσεις, ούτε να εξηγήσεις.

Όσο διάβαζα το βιβλίο και χρειαζόταν κάθε τόσο να επανέρχομαι σε προηγούμενα κεφάλαια για να το καταλάβω, σιγά σιγά μου αποκαλυπτόταν ότι το θέμα των δύο γυναικών δεν ήταν η προδοσία, η απώλεια, οι ματαιώσεις, ο έρωτας, ούτε καν το τώρα. Το θέμα ήταν το παρελθόν, η παιδική ηλικία των ηρωίδων που μπερδευόταν κάθε φορά με την παιδική ηλικία των παιδιών της Γυναίκας της Βορινής Κουζίνας.

Και κυρίως, το επαναλαμβάνω: η εξερεύνηση στο καμένο πεδίο της απουσίας της αγάπης. Όπως οι μαντλέν ενώ είναι μία αθώα λέξη με αυτά τα τρία σύμφωνα μαζί στη μέση που ακούγεται όμορφα και σου φέρνει στο νου, εκείνα τα νόστιμα, τρυφερά μπισκότα, στο βιβλίο σιγά σιγά ανακαλύπτεις ότι οι μαντλέν γίνονται το σύμβολο του χαμένου χρόνου, των ματαιώσεων της Γυναίκας της Βορινής Κουζίνας.

Οι ίδιοι οι γονείς, όπως συμβαίνει συχνά, δεν το καταλαβαίνουν ούτε όταν συμβαίνουν τα πράγματα, ούτε μετά.

Και δεν είναι καλό βέβαια να υπάρχουν αυτά τα τραύματα. Είναι όμως αυτά ακριβώς που δημιουργούν τις εμμονές μας. Και χωρίς δισταγμό θα πω: ότι είναι οι εμμονές που δημιουργούν την τέχνη.

Όταν η μητέρα του Σαρτρ διάβασε το βιβλίο του «Λέξεις» σχολίασε: «Ο Πουλού δεν κατάλαβε τίποτα από τα παιδικά του χρόνια!»

Το ίδιο και η μητέρα της Ντυράς, εξοργίστηκε όταν η κόρη της, της πήγε μια μέρα «Το φράγμα στον Ειρηνικό, και την κατηγόρησε πως είπε ψέματα και πως στο τέλος-τέλος δεν έγραφε παρά για το πτώμα του κόσμου κι, επίσης για το πτώμα της αγάπης.

Έτσι και η μητέρα της Αρσινόης μπορεί να λέει χωρίς ενοχές «θυσιάστηκα για σας» με ένα χαμόγελο σαν της γάτας του Τσεσάιρ.

Σε αυτό το βιβλίο έρχονται οι ήρωες αντιμέτωποι διαρκώς με τις θεμελιακές υπαρξιακές κρίσεις, τη μοναξιά, την απώλεια και την προδοσία. Κλυδωνίζονται, τσακίζονται, πέφτουν κάτω, σηκώνονται ξανά, συνεχίζουν μέχρι τέλους.

Υπάρχει μια συνομιλία με άλλα βιβλία, με ήρωες, λόγια, αναφορές, όπως και στα προηγούμενα της, όπως η ζωή της Ελένης είναι γεμάτη με βιβλία, όπως το σπίτι της που δεν υπάρχει ελεύθερος χώρος από τα στοιβαγμένα βιβλία στο γραφείο, σε κάθε τραπέζι, τραπεζάκι, καρέκλα, στο πάτωμα. Γιατί η Ελένη δεν μπορεί να αποχωριστεί τους αγαπημένους της ήρωες. Στοιχειώνουν τους δικούς της ήρωες.

Συμβουλή: τη «Γυναίκα της Βορινής Κουζίνας» μην τη διαβάσετε για να περάσει η ώρα σας στην παραλία διαβάστε την στην ηρεμία του σπιτιού σας. Θα ανταμειφθείτε από το έξοχο στυλ της γραφής και από τις λέξεις που θα σας παρασύρουν.

Πηγή: http://www.rhodes.com.gr/html/modules.php?name=News&file=article&sid=9497