Δημοσιεύθηκαν
στο περιοδικό του έθνους “Η Ιστορία
Σήμερα” (Σαβ 19 Ιανουαρίου 2013)
“Δίστομο
– 10 Ιουνίου 1944- Το Ολοκαύτωμα”, Έρευνα-
εισαγωγή- επιμέλεια: Γιώργος Χ. Θεοχάρης.
Εκδ. “Βιβλιοπωλείο Σύγχρονη Έκφραση”,
σελ. 536, 33,37 ευρώ.
“Στις
10 Ιουνίου 1944 άνδρες του 4ου Συντάγματος
Αστυνομίας των SS
μακέλεψαν
το Δίστομο της Βοιωτίας, εφαρμόζοντας
αντίποινα για την επίθεση που δέχτηκαν
νωρίτερα από αντάρτες του ΕΛΑΣ, λίγο
πιο μακριά, ανάμεσα στο Δίστομο και στο
Στείρι...Στη χρονική εκείνη περίοδο της
γερμανική Κατοχής στην Ελλάδα τα
πολιτικοστρατιωτικά δεδομένα έδειχναν
πως η κυριαρχία του Γ' Ράιχ τελείωνε...”
Παρ' όλα αυτά όμως “Στην Ελλάδα η
αγριότητα των Γερμανών κορυφωνόταν όσο
η θέση του Ράιχ γινόταν δυσχερέστερη
στα πολεμικά μέτωπα και όσο η ελληνική
Αντίσταση δυνάμωνε και κυριαρχούσε...”
Στο
βιβλίο, που βραβεύτηκε με το Κρατικό
Βραβείο Χρονικού- Μαρτυρίας, ο συγγραφέας
και μελετητής Γιώργος Χ. Θεοχάρης,
συναισθηματικά εμπλεκόμενος με τη σφαγή
του Διστόμου εφόσον οι Γερμανοί τρεις
μέρες πριν και με τον ίδιο τρόπο ακριβώς
χτύπησαν και το δικό του χωριό τη Δεσφίνα
Φωκίδας, συγκεντρώνει στις 536 σελίδες
όλο το χρονικό του μαρτυρικού Διστόμου.
Στα περιεχόμενα: η Ιστορία, τα Χρονικά,
οι Μαρτυρίες, οι Αναμνήσεις, οι Καταγραφές,
οι Λογοτεχνικές Προσεγγίσεις και οι
Διεκδικήσεις. Από τις μαρτυρίες και τα
χρονικά του Τάκη Λάππα, του Νίκου Λ.
Ασημάκη, τις φωτογραφίες του Σπύρου
Μελετζή, τα κείμενα του Γιάννη Μπασδέκη,
του Χ.Φ.Μάγερ (η έκθεση του Διευθυντού
του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού), του Pierre
Amandry,
του Δημήτρη Ι. Παπακωνσταντίνου, της
Καίτης Μανωλοπούλου, του Λάμπρου Μαλάμα.
Στο
βιβλίο, εκτός από τα επίσημα κείμενα,
οι επιζώντες θυμούνται και οι Έλληνες
συγγραφείς γράφουν για την τραγωδία.
“Στο
σπίτι μας έγινε μεγάλη σφαγή από τους
Γερμανούς, ήμουνα 13 ετών κόρη του Σπύρου
Μαλάμου, είχαμε κλειστεί μέσα στο κατώγι
15 άτομα, ακούγαμε κραυγές στα Καλαματαίικα
σπίτια, αλλά δεν ξέραμε τι γινότανε. Σε
μια στιγμή ακούμε να έρχεται κλαίγοντας
ένα γειτονόπουλο, το είχανε τραυματίσει
στο λαιμό και φώναζε “σώστε με”. Τότε
ανοίγουμε την πόρτα, εγώ και ο πατέρας
μου, στα χέρια μας κρατούσαμε κρασί,
τυρί, και αυγά για να καλοπιάσουμε τους
Γερμανούς, βλέπουμε τον Λουκά Παπανικολάου
11 χρονώ να τον κυνηγάει ένας Γερμανός
πολύ κοντός με το αυτόματο στη μασχάλη.
Μας έσπρωξε όλους μέσα κι άρχισαν οι
ριπές. Οι ζωντανοί πεσμένοι από πάνω ή
από κάτω απ' τους σκοτωμένους δεν παίρναμε
ούτε αναπνοή για να μην μας εκτελέσει.
Όσοι τραυματίες βογγούσαν τους αποτελείωσε
με το αυτόματο... Βάζουν και τις κανέλες
από τα κρασοβάρελα που ήταν γεμάτα
κρασί, και βάζουν φωτιά πλάι στο χάνι.
Σκεφτείτε τώρα βοή φωτιάς, βοή κρασιών,
που χύνονταν και πλημμύριζε το κατώγι
βογγητά λαβωμένων, πτώματα να πλέουν
μέσα σε θάλασσα κρασιού και αίματος...”
(Παγούλα Μαλάμου- Σκούτα, επιζήσασα).
Ανάμεσα
στις “λογοτεχνικές προσεγγίσεις” κι
εκείνες του Πέτρου Χάρη, του Ασημάκη
Πανσέληνου, του Γιώργου Κοτζιούλα, του
Γιάννη Ρίτσου, του Γιάννη Δάλλα, του
Νικηφόρου Βρεττάκου, του Χρήστου
Μαλεβίτση, του Νίκου Γκάτσου, του Ιάκωβου
Καμπανέλλη, του Νίκου Κούνδρουρου, του
Γιώργου Χ.Θεοχάρη.
“Μια
συγκέντρωση κειμένων για τη σφαγή του
Διστόμου είναι αυτό το βιβλίο. Ένα
Ανθολόγιο μνήμης. Ας προσμετρηθεί
συνεπώς η παρούσα εργασία ως συντασσόμενη
με την ιδεαλιστική άποψη ότι γράφοντας
για το τί συνέβη, συνεισφέρουμε ώστε να
μην επαναληφθούν αυτές οι φρικωδίες.
Κι ας πούμε, με το λόγο του Νίκου
Κούνδουρου, πως τούτα τα γραφτά ένα
μνημόσυνο είναι σαν όλα τα άλλα. Χωρίς
παπά χωρίς στεφάνια”, όπως θα επισημάνει
ο συγγραφέας.
“Η
Νονά” της Γκέρτρουντ Χέλερ. Μετάφραση
από τα γερμανικά: Ιάκωβος Κοπερτί. Εκδ.
“Α.Α.Λιβάνη”, σελ. 332, 14.90 ευρώ
“Άλλοτε
συντηρητική, άλλοτε χριστιανοκοινωνική,
άλλοτε φιλελεύθερη- η Γερμανίδα
καγκελάριος δεν επιτρέπει να την
καθηλώσουν. Δεν ασκεί πολιτική ουσίας,
αλλά πολιτική εξουσίας. Η αποχή της από
τις αξίες την κάνει να υπερέχει. Η Μέρκελ
κυνηγά λαθραία στα εδάφη του SPD
και
των πρασίνων, απαλλοτριώνει θέματα απ'
όλα τα πολιτικά στρατόπεδα και φθείρει
έτσι την κομματική ποικιλία. Η καγκελάριος
καθηλώνει το δημοκρατικό ανταγωνισμό.
Μια επικίνδυνη τάση για τη Γερμανία,
αλλά και την Ευρώπη”, όπως εξηγεί η
Γκέρτρουντ Χέλερ. “Οι υποσχέσεις
αποφεύγονται, η ηθική γίνεται υλικό
κατάλληλο για ελιγμούς, η κατάργηση των
αξιών πρόγραμμα. Το αποτέλεσμα είναι η
έξοδος από τους σημαντικότερους κανόνες
της δημοκρατίας. Έτσι η Άνγκελα Μέρκελ
εξουδετερώνει βαθμηδόν τους πολιτικούς
θεσμούς και κατευθύνεται προς μια
συγκεντρωτική κυβέρνηση – τη νέα
Γερμανία της Μέρκελ”.
Στα
περιεχόμενα, από τα παιδικά χρόνια και
την ενήλικη ζωή της, ως τα πολιτικά
παιχνίδια και τα θολά κομματικά όρια.
Από την έρπουσα αποδυνάμωση των κομμάτων
μέχρι τις αθόρυβες ανατινάξεις στο
Σύστημα Αξιών. Μικρό χαρακτηριστικό
δείγμα γραφής:
“Για
το οραματικό προφίλ της Άνγκελα Μέρκελ
δεν ξέρουμε τίποτε. Αφότου εμφανίστηκε
προπονείται στην ευελιξία' όποιος
προσπαθήσει να την καθηλώσει σε μια
ιδέα μοιραία θα αποτύχει. Όπως αποδείχτηκε,
η εγκράτεια ως προς τις ιδέες και τα
οράματα λειτούργησε ως κινητήρια δύναμη
στην καριέρα της Γερμανίδας καγκελαρίου.
Συμπέρασμα: Στη Γερμανία μετά την
επανένωση μπορείς να φτάσεις στην κορυφή
της πολιτικής αν σαν τον ασκητή
προσπεράσεις όλα εκείνα τα δεδομένα
που καθυστερούν τους συμπαίκτες σου
από τον δυτικό κόσμο- τους κανόνες
δικαίου και τις συνταγματικές αξίες,
τις συμφωνίες και τον ελεύθερο ανταγωνισμό,
τις ηθικές προδιαγραφές και την ηθική
συναίνεση”.
Η
συγγραφέας Γκέρτρουντ Χέλερ είναι
θεωρητικός λογοτεχνίας, δημοσιογράφος
και οικονομική και πολιτική σύμβουλος.
Με τον Άλφρεντ Χερχάουζεν ανέπτυξε την
επικοινωνιακή στρατηγική της Deutsche
Bank. Ήταν
μέλος του ΔΣ της ελβετικής ασφαλιστικής
εταιρείας Baloise
Holding, του
χημικού ομίλου
Ciba και
του τεχνικού ομίλου George
Fischer.
“H
ιστορία
της συζύγου” της Μαίρυλιν Γιάλομ.
Μετάφραση: Εύη Κλαδούχου, Εκδ. “Άγρα”,
σελ. 616, 22 ευρώ.
“Είναι
η σύζυγος είδος προς εξαφάνιση;”
απαντώντας σ' αυτή την ερώτηση στο
εισαγωγικό κείμενο, η συγγραφέας
διατρέχει τόπο και χρόνο για να φτάσει
στη “νέα σύζυγο” στον επίλογο, τελικά.
Στη
μελέτη της, οι σύζυγοι στην αρχαιότητα,
οι γυναίκες σύζυγοι της βιβλικής
περιόδου, στην Αρχαία Ελλάδα, οι Ρωμαίες
σύζυγοι και οι σύζυγοι στην Μεσαιωνική
Ευρώπη, οι Προτεστάντισσες στη Γερμανία,
στην Αγγλία και στην Αμερική και οι
Δημοκράτισσες στη Γαλλία και στην
Αμερική, οι Βικτωριανές σύζυγοι και
στις δυο πλευρές του Ατλαντικού, στα
αμερικανικά σύνορα, το Γυναικείο Ζήτημα
και η Νέα Γυναίκα. Οι γυναίκες ναυπηγοί
και εργάτριες στην αμυντική βιομηχανία
“για όσο κρατήσει ο πόλεμος”, οι σύζυγοι
στα μετόπισθεν και οι σύζυγοι μετά απ'
αυτόν. Η σεξουαλική επανάσταση και η
εργασιακή επανάσταση. Σε ένα βιβλίο που
συνιστά μελέτη της νομοθεσίας, των
θρησκευτικών μεθόδων και των κοινωνικών
εθίμων, των οικονομικών διευθετήσεων
και της πολιτικής συνειδητότητας που
επηρέασες γενιές συζύγων. Από την εβραική
κοινωνία και την πολυγαμία της και την
αρχαία Ελλάδα όπου οι κόρες δίδονταν
από τους πατεράδες στους συζύγους τους,
μέχρι τη μεσαιωνική Ευρώπη και την
θρησκευτική διάσταση του γάμου και την
εποχή του Διαφωτισμού με το ιδεώδες του
συντροφικού γάμου ως την Αμερική του
20ου αιώνα και την αναβίωση της συζυγικής
σχέσης. Στα περιεχόμενα, αλησμόνητες
ιστορίες διασήμων ζευγαριών (Αβραάμ
και Σάρα και Άγαρ, Αντώνιος και Κλεοπάτρα,
Τριστάνος και Ιζόλδη)...
Πηγές,
εκτός από την Ιστορία, τις θρησκείες
και τη νομοθεσία, ημερολόγια, απομνημονεύματα
και επιστολές της εποχής.
Δικαιολογώντας
την αναγκαιότητα της μελέτης της η
συγγραφέας θα πει: “Ποια θα είναι η
“σύζυγος” σ' έναν γκέυ ή λεσβιακό γάμο;
Μπορεί ο όρος “σύζυγος” να έχει νόημα
σε μια ένωση όπου δεν υπάρχει βιολογική
διαφορά μεταξύ των συντρόφων; Ή “η
σύζυγος” θα επιζήσει ως μια κοινωνική
και ψυχολογική κατασκευή υπονοώντας
παραδοσιακές γυναικείες ποιότητες,
όπως για παράδειγμα τη γλυκύτητα, τη
συμμόρφωση, τη φροντίδα και τη
συναισθηματικότητα; Σ' αυτή τη συγκεκριμένη
ιστορική στιγμή, όπου η λέξη “η σύζυγος”
έχει γίνει προβληματική και θα μπορούσε
να μπει σε αχρηστία, είναι λογικό να
γίνει καταγραφή της ιστορίας της”.
“Και
τώρα ακόμα, μέσα στην ειρήνη, η γενική
υποταγή έχει πάρει, χάρη στην τελειοποίηση
της προπαγάνδας, τέτοιες διαστάσεις,
που δεν μπορούμε να περιμένουμε από
πουθενά αντίσταση. Ο άνθρωπος, σήμερα,
έχει γίνει σκόνη, και δεν υπολογίζεται
πια ως θέληση.
Φυσικά,
τους είχα όλους εναντίον μου, γιατί
είναι πρακτικά εξακριβωμένο πως το
ανθρώπινο ένστικτο της αυταπάτης,
μπροστά σ' ορισμένους κινδύνους, ζητάει
να τους εκμηδενίσει, θεωρώντας τους
μηδαμινούς κι ασήμαντους, κι έπειτα μια
τέτοια προειδοποίηση δεν θα ήταν
καλόδεχτη σε σύγκριση με τη φτηνή
αισιοδοξία, γιατί στο πλαινό δωμάτιο
περίμενε ένα πλούσιο σουπέ”.
Γραμμένο
τις παραμονές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου
και με την Ευρώπη πριν από την πτώση
της, δλδ στη δίνη του χάους, το μοναδικό
μυθιστόρημα του Στέφαν Τσβάιχ (νουβέλα,
δοκίμια, διηγήματα) περιγράφει εν δυνάμει
εκείνο που θα ακολουθήσει' στη ζωή του
και στην Ιστορία του κόσμου.
Με
ιστορίες εγκιβωτισμένες στην ιστορία,
- το μυθιστόρημα αποτελεί μυθιστόρημα
μέσα στο μυθιστόρημα, - ένας άσημος
συγγραφέας συναντά έναν σοφότερο ήδη,
τον Χοφμίλλερ ο οποίος του αφηγείται
την προσωπική του ιστορία. Την εποχή
που ως φτωχός αξιωματικός του ιππικού
συναντά την νεαρή Έντιθ με τα κινητικά
προβλήματα. Στην ιστορία τους εντάσσεται
και η ιστορία του πατέρα της Έντιθ ο
οποίος ξεκινώντας από φτωχός Εβραίος
γίνεται ένας πλούσιος Ούγγρος.
Αλλ'
η ζωή και ο οίκτος θα φανούν “ο πιο
δυνατός παίκτης” στην πορεία. Τα χρήματα
για τον Ούγγρο αριστοκράτη τελικά δεν
φέρνουν την ευτυχία και ο Χοφμίλλερ θα
παγιδευτεί στη δειλία του για μια ζωή.
Το πεδίο της μάχης, η μόνη διέξοδος. Από
τον εαυτό του, τις ενοχές του. Θα γίνει
ήρωας, επειδή “Στον πόλεμο συνάντησα
σχεδόν αποκλειστικά, το φαινόμενο του
μαζικού θάρρους, του θάρρους μέσα στη
γραμμή και στο σύνολο, κι όποιος θελήσει
να βάλει κάτω απ' το φακό του αυτή την
έννοια, θ' ανακαλύψει πολύ περίεργα
συστατικά”, θα γράψει μετά κάποια
στιγμή: “Πολλή ματαιοδοξία, πολλή
επιπολαιότητα, και μάλιστα πλήξη,
προπάντων όμως πολύ φόβο, φόβο μην τυχόν
μείνουν πίσω, φόβο μην τους κοροιδέψουν,
φόβο μη βρεθούν μονάχοι τους και προπάντων
φόβο ν' αντιταχθούν στη μαζική ορμή των
άλλων. Τους περισσότερους απ' όσους στο
πεδίο της μάχης περνούσαν για ήρωες,
τους γνώρισα προσωπικά ως πολίτες, και
ήταν, στην πραγματικότητα, πολύ ύποπτοι
ήρωες”. Η μαγεία και η κομψότητα του
μυθιστορήματος, η μαγεία και η κομψότητα
ενός κόσμου που θα εξαφανίσουν οι ναζί,
“Ο κόσμος του χθες” όπως θα γράψει στην
αυτοβιογραφία του και θα επισημάνει
στην “Σκακιστική νουβέλα”, για να
αυτοκτονήσει λίγους μήνες μετά.
“Γαστρονομικόν:
Η τέχνη της μαγειρικής στην Αρχαία
Ελλάδα” του Γιώργου Ηλιόπουλου. Εκδ.
“Έναστρον”, 298, 18 ευρώ
“Ου
γαρ εγώ γέ τί φημι τέλος χαριέστερον
είναι
ή
ότ' ευφροσύνη μεν έχη κάτα δήμον άπαντα,
δαιτυμόνες
δ' ανά δώματ' ακουάζωνται αοιδού...”
(άλλη
μεγαλύτερη ευχαρίστηση έως το τέλος
της ζωής δεν γνωρίζω
παρά
να συγκεντρωθούν όλοι οι πολίτες σε
μεγάλη εορταστική συγκέντρωση,
και
οι συνδαιτυμόνες στα δώματα να ακούν
τον αοιδό...”
Με
μότο από την “Οδύσσεια” του Ομήρου,
εισαγωγή της Μαίρης Καψοκεφάλου
(αναπληρώτρια Καθηγήτρια στη Διατροφή
του Ανθρώπου στο Τμήμα Επιστήμης και
τεχνολογίας Τροφίμων Γεωπονικού
Πανεπιστημίου Αθηνών) για την ιστορία
της διατροφής και το Συμπόσιο του
Πλάτωνα, ο συγγραφέας ανατρέχει μέσα
από την διαδικασία της μαγειρικής την
αρχαιότητα. Πηγές του, ιστορικοί και
αρχαίοι συγγραφείς, τραγικοί και κωμικοί.
Αρχαιολογικά ευρήματα όσον αφορά τα
μαγειρικά σκεύη και πληροφορίες όσον
αφορά την καθημερινότητα και την
διαφορετική αντιμετώπιση των πρώτων
υλών αναλόγως φιλοσοφικής τάσης ζωής.
Οι Πυθαγόρειοι, χορτοφάγοι. Εκ διαμέτρου
αντίθετοι οι Ορφικοί. Με έριδες και ιερά
σφάγια να συνοδεύουν ένα ιδιόμορφο
πλέγμα κοινωνικών, πολιτικών, εθιμικών
και θεουργικών σχέσεων στο στο μεταξύ.
Στις
σελίδες του: η γαστρονομία στον αρχαίο
ελλαδικό χώρο, η καθημερινή μαγειρική,
ιδιωτικά και δημόσια γεύματα, ο Φιλόξενος
και η εξέλιξη της γαστρονομίας, ο
Αρχέστρατος και η ηδυπάθεια, ο Μάτρων
και το Αττικό Δείπνο, ο γάμος του Καράνου
και δυο ακραίες όψεις διατροφικών
συνηθειών. Και φυσικά, πλήθος από
συνταγές: ομηρικές ελιές, ομηρικόν
ρύττωτον, ομηρικός κυκεών, μάζα κριθαρένια
κατά Σόλωνα, λαγάνα κατά Ησύχιο, άμυλος
πλαθανίτης κατά Φιλόξενο, γάστρις Κρήτης
κατά Χρύσιππο, κατάχυσμα Δελφών, κατάχυσμα
κατά Αντιφάνη, Ελευσίνιος Κυκεών,
ταγανίαι (τηγανίτες) κατά Γαληνό. Αλλά
και ζύθος, οξύγρος, οξύπορον, φύσκα,
υπότριμμα, ακρόπαστο κ.α.
Συνταγές
που μπορούμε να δοκιμάσουμε, τόσο κοντά
μας όσο και μακρυά μας ταυτόχρονα, όπως
εμπεριέχεται σε μιαν εποχή μια άλλη
εποχή. “Και στην ανάκλαση στο βάθος του
πιάτου, μέσα από την γεύση και το άρωμα,
ας ψάξουμε κομμάτια ιστορικής μνήμης”
όπως επισημαίνει η Μαίρη Καψοκεφάλου
στην εξαιρετική της εισαγωγή.
Άξιον
μνείας είναι το βιογραφικό του συγγραφέα:
ο Γιώργος Ηλιόπουλος σπούδασε Φυσική
στο Πανεπιστήμιο
Αθηνών.
Από το 1989 ασχολείται επαγγελματικά με
το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, με την
ιδιότητα του συμβούλου εισηγμένων
εταιρειών και εξειδίκευση σε θέματα
και υπηρεσίες κεφαλαιαγοράς.
“Ο
καλλιτέχνης και η εποχή του” του Αλμπέρ
Καμύ. Εισαγωγή, σημειώσεις, μετάφραση
επίμετρου, γλωσσική επιμέλεια: Αντιγόνη
Βλαβιανού. Εκδ. “Καστανιώτη”, σελ. 90, 8
ευρώ
“Ζώντας
για περισσότερο από είκοσι χρόνια την
παραφροσύνη της Ιστορίας, χαμένος χωρίς
βοήθεια – όπως όλοι οι συνομήλικοί μου-
σε μια πολυτάραχη εποχή, βρήκα στήριγμα
στην ασαφή πεποίθηση ότι το γράψιμο
συνιστά τιμητική πράξη στις μέρες μας,
γιατί δεσμεύει και επιβάλλει να μην
περιορίζεται κανείς μόνο στη συγγραφή.
Το γράψιμο μού επέβαλε, κυρίως, να σηκώσω
στους ώμους μου, οίος είμαι και ανάλογα
με τις δυνάμεις μου, τη δυστυχία και την
ελπίδα που μοιραζόμουν με όλους όσοι
ζούσαν την ίδια Ιστορία”.
Στο
ολιγοσέλιδο βιβλίο του συγγραφέα -που
γεννήθηκε το 1913 στην Αλγερία, βιώνοντας
όλη την φτώχεια και την απόγνωση που
υφίσταται η οικογένεια ως παράπλευρη
απώλεια στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, έγραψε
και βραβεύτηκε με το Νόμπελ για να
σκοτωθεί σε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα
που θεωρούσε ως την επιτομή του
παραλογισμού,- περιλαμβάνονται οι
ομιλίες του στην Σουηδία καθώς και μια
διάλεξη στην Ουψάλα, όπου οριοθετεί τις
σχέσεις του δημιουργού με την Ιστορία
και φυσικά με την εποχή.
“Στις
μέρες μας, κάθε καλλιτέχνης ναυτολογείται
στη γαλέρα της εποχής του. Οφείλει να
υποταχθεί στη μοίρα του, ακόμη κι αν
βρίσκει ότι το κάτεργο βρωμάει ρέγκα,
ότι οι δεσμοφύλακες παραείναι πολλοί
και, επιπλέον, ότι αρμενίζει στραβά.
Βρισκόμαστε μεσοπέλαγα. Ο καλλιτέχνης
οφείλει να κωπηλατήσει με τη σειρά του,
όπως οι άλλοι, χωρίς να πεθάνει ει
δυνατόν, δηλαδή, συνεχίζοντας να ζει
και να δημιουργεί”. Επισημαίνει μεταξύ
άλλων και πενήντα χρόνια σχεδόν μετά
τον αλλόκοτο θάνατό του, έρχεται η ίδια
η Ιστορία να τον δικαιώσει.
Υπενθυμίζοντας,
όσον αφορά τον ρόλο του καλλιτέχνη, ο
οποίος διχασμένος ανάμεσα στην ομορφιά
και στον ανθρώπινο πόνο οφείλει “πρωτίστως
να κατανοεί και να συγχωρεί” ακόμα κι
αν ξέρει ότι προορισμό του δεν είναι
“να ξαναφτιάξει τον κόσμο, αλλά “να
εμποδίσει τον κόσμο να χαλάσει”. “Το
ζητούμενο είναι να μάθουμε πώς μπορεί
να παραμείνει εφικτή η αλλόκοτη ελευθερία
της δημιουργίας εν μέσω της αστυνόμευσης
τόσων ιδεολογιών (πόσες θρησκείες, πόση
μοναξιά!)”, αναγνωρίζοντας ότι “δημιουργώ
στις μέρες μας, σημαίνει δημιουργώ
επικινδύνως”.
“1Q84”
του Χαρούκι Μουρακάμι, Μετάφραση: Μαρία
Αργυράκη. Εκδ. “Ψυχογιός”, σελ. 471 και
410, πρώτο και δεύτερο βιβλίο, 13.99 και
12.99 ευρώ
H
Αοάμε,
η ηρωίδα – σ' αυτό το μυθιστόρημα- ποταμό
του Ιάπωνα συγγραφέα Χαρούκι Μουρακάμι
αγαπά την Ιστορία και τον αθλητισμό.
Την Ιστορία γιατί “το σημαντικότερο
δίδαγμα είναι ακριβώς αυτό: πώς εκείνη
την εποχή κανένας δεν μπορούσε να
φανταστεί μια τέτοια εξέλιξη”. Και τον
αθλητισμό, “γιατί το σώμα είναι ναός”.
Κι ο ήρωας Τένγκο, τα μαθηματικά και το
μυθιστόρημα. Κάποτε συναντήθηκαν αυτοί
οι δυο, όταν ήταν δέκα χρονών. Εκείνη
ήταν η κόρη μαρτύρων του Θεού, κι αυτός,
ο γιος ενός φοροεισπράκτορα του ΡΗΚ
(κρατική ιαπωνική ραδιοφωνία).
Είκοσι
χρόνια μετά, με διαδρομές παράλληλες,
σε απόσταση αναπνοής αλλά δεν συναντούνται
ποτέ, συναντούν θέλουν δεν θέλουν τα
μεγάλα διλήμματα και τους εφιάλτες της
εποχής: επαναστατικές ομάδες και
θρησκευτικές σέχτες, μαγειρεμένους
λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, την μοναξιά
της καθημερινότητας στην Ιαπωνία του
σήμερα. Ακόμα και τον πόλεμο της
Ματζουρίας, μέσα από τις αναμνήσεις
ηρώων συναντούν.
Τους
ασκούς του Αιόλου ανοίγει μια δεκαεπτάχρονη
με τη συμμετοχή της σ' ένα διαγωνισμό.
Η νουβέλα της “Χρυσαλίδα στον αέρα”
ξαναγράφεται από τον Τένγκο και όλα
μοιάζουν να μπαίνουν σε έναν διαφορετικό
χωροχρόνο.
Φλερτάροντας
με τον Τζορτζ Όργουελ και το “1984”, ο
Μουρακάμι κτίζει το δικό του 1Q84
όπου τίποτε πια δεν μοιάζει να είναι
αυτό που ήταν πριν από λίγο: “1Q84-
έτσι θα λέω τον καινούργιο κόσμο, κατέληξε
η Αομάμε. Όπου το
Q θα
στέκει για το “question
mark”, το
ερωτηματικό. Ένας κόσμος γεμάτος
ερωτήματα. Η Αομάμε έγνεψε καταφατικά
στον εαυτό της καθώς περπατούσε. Είτε
μ' αρέσει είτε όχι, τώρα βρίσκομαι στο
έτος 1Q84.
Δεν
υπάρχει πουθενά το 1984 που ήξερα. Τώρα
είναι το 1Q84.
Ο αέρας άλλαξε, το τοπίο άλλαξε. Πρέπει
να προσαρμοστώ σ' αυτόν τον κόσμο με τα
ερωτήματα το συντομότερο δυνατόν. Σαν
ζώο που το άφησαν ελεύθερο σ' ένα
καινούργιο δάσος. Αν θέλω να προστατέψω
τον εαυτό μου και να επιβιώσω, πρέπει
να μάθω τους κανόνες αυτού του χώρου
και να προσαρμοστώ”. Σε περίπτωση που
μας θυμίζει κάτι η εφιαλτική διαπίστωση
της Αομάμε και η ιστορική δίνη του 1Q84
αν μη τι άλλο, μεταφέρει και κάτι
παρηγορητικό: ο κόσμος έχει γίνει
ακατανόητος και άλλες φορές και για
πολλούς άλλους.
Το
αποτέλεσμα, ένα σύμπαν που ξεκινά τοπικό
(όλα συμβαίνουν στην Ιαπωνία λίγα χρόνια
πριν, η μοναξιά, οι δυο εραστές που
αναζητούν ο ένας τον άλλον ματαίως, οι
επαναστατικές εκρήξεις, οι θρησκευτικές
παρεκκλίσεις και η καθημερινότητα που
ελοχεύει ανατροπές και κινδύνους) αλλά
το όλο θέμα είναι οικουμενικό, τα
φιλοσοφικά ερωτήματα και τα υπαρξιακά
διλήμματα, η Ιστορική αλυσίδα παντού
σε όλο τον κόσμο, παραμένουν τα ίδια. Το
μυθιστόρημα είναι τριλογία, ακολουθεί
κι άλλο βιβλίο, η Ιστορία δεν σταματά.