Μάρω Βαμβουνάκη: Κάθε βιβλίο, ένα νέο λαγούμι προς τον απόκρυφο εαυτό
αντί προλόγου:
Μόλις Κυκλοφόρησε ο “Ερωτευμένος Πολωνός” της από τον Ψυχογιό. Εικόνες ζωής από μια προηγούμενη μας συνέντευξη που είχε δημοσιευθεί στις Εικόνες. Για τον Ερωτευμένος Πολωνό, σε λίγες μέρες, ναι?
Η συγγραφέας που βάζει το μαχαιράκι της μνήμης όσο πιο μέσα γίνεται. Με χρώμα και μουσική, με ήχους όπως τα βήματα σε ξύλινο πάτωμα. Απαλά, απαλά σαν βηματάκια σε ύφασμα βελούδο. Μας πήρε από το χέρι κι από τον έρωτα μας οδήγησε στον Θείο Έρωτα. Από την αναζήτηση του ενός στην Αναζήτηση των πάντων. Με όλα τα μέσα: γράφοντας και ζωγραφίζοντας, τώρα φωτογραφίζοντας. Βαθύτατα ψυχαναλυτική, ξυπνά μνήμες και χαμένους παράδεισους στον καθένα. Με περισσότερα από τριάντα βιβλία της στις προθήκες (Ντούλια, Χρόνια πολλά γλυκιά μου, Ο αντίπαλος εραστής, Οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο, Η μοναξιά είναι από χώμα, Τα πράγματα που ζουν απ’ τον χαμό κ.α.) κρατά ένα κομματάκι όντως ζωής για τον καθένα. Η Μάρω Βαμβουνάκη στη συνέντευξη που ακολουθεί μας χαρίζει γενναιόδωρα και τις εικόνες της. Εικόνες ζωής που ξετυλίγοντας από τα Χανιά, στην Ρόδο και στην Αθήνα κι ενώνουν το παρόν με το άχρονο. Διότι <είμαστε τόποι όπως και οι τόποι είναι πρόσωπα>. Και επειδή <δίχως μνήμη ο άνθρωπος αποδομείται>. <Κάθε βιβλίο, ένα νέο λαγούμι προς τον απόκρυφο εαυτό και την πνοή που με ζωντάνεψε>, παραδέχεται. Να αναβιώσει, να κατανοήσει τι έγινε, ποια είναι: <Υπάρχει πιο διεγερτικό κίνητρο απ’ αυτό το δύσκολο αίνιγμα; Σαν λιθοξόος που λαξεύει ένα βράχο για να βγάλει στο φως την κρυμμένη μορφή>.
- Οι πρώτες εικόνες ζωής σας; Τι είναι τα Χανιά για σας, κυρία Βαμβουνάκη; Και κατά πόσο υπάρχουν ή επανέρχονται στο έργο σας;
- Κάτι σαν ομίχλη, από τούλι, μάλλον η κουνουπιέρα στην κούνια μου. ΄Ηχος βροχής έξω, ίσως γιατί γεννήθηκα φθινόπωρο. Τρίξιμο βημάτων στο ξύλινο πάτωμα ή στην ξύλινη σκάλα μας. Κάποιος έρχεται, ο μπαμπάς μου μάλλον που όλο έλειπε...Βλέπετε ως εικόνες σας λέω ήχους τελικά. Πάντα τα μπερδεύω αυτά. Για το τι είναι για μένα τα Χανιά δεν γίνεται να σας πω. Δεν το χωράω κάτι τέτοιο και με κομματιάζει. Μου είναι αδύνατον να ξεπεράσω μια τέτοια χαρμολύπη.
- Ισχύει αυτό που λέγεται για την <πατρίδα> των παιδικών μας χρόνων; Και κατά πόσο είναι ασφαλής ή επισφαλής; Αληθινή ή ψευδαισθησιακή;
- Άλλο κόσμος φανταστικών κι άλλο κόσμος αοράτων. Τα αόρατα και τα νοούμενα είναι στη ζωή μας τα πιο υπαρκτά και δραστικά. Και βέβαια ισχύει η πατρίδα των παιδικών μας χρόνων! Πού θα βαδίζαμε αλλιώς, ποια χαρτογραφία θα μας προσανατόλιζε; Εμπνέει και αναστατώνει η νοσταλγία της διότι-μια και τα παιδιά ζουν μεταφυσικά-πάει πολύ πίσω, ριζώνει στην αρχή μας, στον παράδεισό μας, τον χαμένο και τον ερχόμενο.
- Το πρώτο σας ραντεβού με την λογοτεχνία; Ως ανάγνωσμα αλλά και ως γράψιμο…
- Πάντα στα Χανιά. Στην τετάρτη δημοτικού διάβαζα το ''΄Ενα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν'' της Μπέτυ Σμίθ, σε συνέχειες στη Διάπλαση των Παίδων. Επί μήνες ζούσα μ΄ αυτό. Πρώτη φορά ένιωσα πόσο σε συμφιλιώνει με τον εαυτό σου ένα λογοτέχνημα και γλυκάθηκα. Το πρώτο μου γράψιμο ήταν με την πρώτη-πρώτη έκθεση στο σχολείο. Μόλις βρέθηκα μπρος την άδεια λευκή σελίδα του τετραδίου ένιωσα ό,τι και τώρα νιώθω:Ηδονικό ίλιγγο για άλμα στο κενό. Τον ίδιο φόβο και μαγνήτη μιας δημιουργικής αβύσσου.
- Πόσο χρονών φύγατε απ’ τα Χανιά; Οι πρώτες εικόνες απ’ την Αθήνα;
- Έφυγα όταν έμπαινα στην έκτη δημοτικού. ΄Εφυγα με απερίγραπτη θλίψη, γιατί εκεί ήμουν ευτυχισμένη και το ήξερα ότι ήμουν ευτυχισμένη, δεν είναι συνηθισμένο αυτό. Την τελευταία μέρα, κι όπως όλα μας τα πράγματα ήταν αμπαλαρισμένα για τη μετακόμιση, ορκίστηκα μέσα μου με πείσμα:Θα ξαναγυρίσω να ζήσω εδώ! Ακόμα δεν το τήρησα.. ΄Εφυγαν ή πέθαναν και τόσοι δικοί μου εκεί...Με ματώνουν όλο και πιο πολύ οι επιστροφές μου. Περισσότερο πόλη-μνήμη παρά παρόν. Κι εγώ σαν μνήμη κυκλοφορώ στους δρόμους όταν πηγαίνω.
Ζηλεύω εκείνους που ζουν και τελειώνουν στα χώματα που γεννήθηκαν. Δεν θα είναι τυχαίο το ότι ο Θεός μας γεννά σ΄ ένα συγκεκριμένο τόπο τον καθένα. Ισως να είναι ανοησία που απομακρυνόμαστε, το πληρώνουμε με διαρκή εξορία μετά. Ισως και πουθενά αλλού να μην μπορεί κανείς να βρει τον πιο αληθινό εαυτό του.
Η πρώτη εικόνα μου απ΄ την Αθήνα ήταν όπως μπαίναμε χαράματα στον Πειραιά με το πλοίο, το ''Αγγέλικα'' ίσως, απ΄ τη Σούδα. Ομίχλη και κάτι πολύ μακριά, ψηλά, κοντά στον ουρανό, σαν τεράστιο ρολόι μέσα στην πάχνη. Ηταν ο Παρθενώνας. Θυμάμαι και τον κινηματογράφο ΄Εσπερο στη Σταδίου όταν μας πήγε ο πατέρας μου να δούμε μια υπέροχη ταινία:''Η ωραιότερη μέρα της ζωής μου'' με την Παιδική χορωδία της Βιέννης.
- Η Αθήνα πέρασε κάπως στο έργο σας; Και πώς;
- Η Αθήνα-και παρά τη βασανιστική σύγκριση με τα Χανιά-με κέρδισε. Πάντα-και παράλληλα με κάθε απώλεια-εμένα το ''εδώ και τώρα'' με κερδίζει. ΄Οπου κι αν βρεθώ, η περιέργεια και ο μαγνητισμός του καινούργιου είναι πολύ ισχυρά. Είναι αδύνατον να εντοπίσω τις επιδράσεις της Αθήνας σ΄ αυτό που είμαι και κάνω, είναι αμέτρητες και μυστικές. Στο ''΄Οχι άλλη αναβολή, Μιχάλη'', που είναι αυτοβιογραφικό της εφηβείας μου, η παρουσία της Αθήνας είναι διαβρωτική. Οταν το έγραφα ξαναταξίδεψα σ΄ εκείνο το μυθικό τότε πέλαγος της οδού Πατησίων.
- Η Ρόδος σίγουρα σας σημάδεψε. Τι ήταν εκείνο που πρωτοείδατε όταν βρεθήκατε στο νησί;
- Η Ρόδος-μια και δεν μπορούσα να γυρίσω στα Χανιά-στάθηκε η πατρίδα της επιλογής μου. Πρωτοέφτασα με καράβι και η εικόνα της απίστευτα ωραίας προκυμαίας της ,μόλις στρίψουμε τη βενετσιάνικη νομαρχία, μ΄ όλη τη μουσειακή παράθεση της ιστορίας στη σειρά, με άφησε άναυδη. Μα υπάρχει τέτοια πόλη; απορούσα! Και δεν την είχα δει ακόμα νύχτα με φεγγάρι ή χειμωνιάτικη και έρημη από τουρίστες ,με τα εκεί πρόσωπα της ζωής μου, άγνωστα ακόμα, έτσι όπως την ερωτεύτηκα και ρίζωσα μετά. Με αιχμαλώτισε, με σημαδεύει και πηγαινοέρχομαι.
- Επηρεάζουν οι τόποι το έργο; Τον χαρακτήρα μας;
- Οι τόποι είναι πλασμένοι από χώμα, νερό και πνοές, όπως κι εμείς. Είμαστε τόποι όπως και οι τόποι είναι πρόσωπα. Εγώ κι από μια γειτονιά της Αθήνας να περνώ, κατακλύζομαι αυτόματα από συναισθηματικούς συνειρμούς ανάλογα με το ποιος δικός μου έζησε ή ζει εκεί, τι θυμίζει. Δίχως μνήμη ο άνθρωπος αποδομείται. Αμα πάθει κάποιος αμνησία, η έκφραση του προσώπου του μεταμορφώνεται. Γίνεται τρομαχτικά άγνωστος και για τους πιο κοντινούς του.
- Εν τέλει, είμαστε οι επιλογές μας ή οι καταβολές μας;
- Αχ το μέγα μυστήριο της ελεύθερης επιλογής!...΄Εχουν χυθεί ωκεανοί μελάνης στους αιώνες για το πόσο ελεύθεροι είμαστε. Πιστεύω πως ο άνθρωπος καθορίζεται από τρία κομμάτια του:Την κληρονομικότητά του. Την αγωγή και το περιβάλλον του. Και την ελευθερία του. Την τρομερή ελευθερία του που μπορεί να φέρει τούμπα και τα δύο προηγούμενα. Φοβόμαστε όμως να είμαστε ελεύθεροι γιατί η ελευθερία απαιτεί δουλειά κι ευθύνη. Προτιμούμε να ζαρώνουμε σε μια ''ξεκούραστη'' δυστυχία, σε μια ηδονική γκρίνια, από τους ανοιχτούς ορίζοντες. Αν δεν μπορούσαμε να διαλέγουμε ελεύθερα δεν θα είχε νόημα να έρθει ο Χριστός να μας καλέσει να τον διαλέξουμε. Ολα θα ήταν καλουπωμένα και ακίνητα ερήμην μας. Μου φαίνεται πολύ άνοστη και γελοία η θεωρία του ντετερμινισμού. Δυστυχώς ή ευτυχώς είμαστε ελεύθεροι ακόμα και να μην είμαστε ελεύθεροι. Πόσο μ΄ αρέσει η φράση:Γεννηθήκαμε με το πρόσωπο που μας χάρισε ο Θεός και με τα χρόνια αποκτούμε το πρόσωπο που μας αξίζει!
- Υπάρχουν πρόσωπα που σας καθόρισαν; Και δίχως αυτά θα ήσασταν άλλη, αλλιώς θα γράφατε;
- Ρωτάτε για πρόσωπα;...Μα οι άλλοι είναι η κόλαση και ο παράδεισός μας. Το αλωνάκι που αλέθεται ο εγωκεντρισμός μας. Οι άλλοι είναι οι μάρτυρες πως υπάρχουμε. Ο καθρέφτης που ψάχνουμε το ποιοί είμαστε ή πώς δείχνουμε. Η ανταλλαγή της σχέσης και μόνο μας πλάθει. ΄Αλλοι, πάρα πολλοί άλλοι είμαι εγώ και ό,τι κάνω. Μέσα μου γίνεται συνωστισμός! Ζωντανοί άλλοι και κάποιοι νεκροί περισσότερο ζωντανοί από κάποιους που ζουν ακόμα. Νεκροί που όσο περνά ο καιρός και η αγάπη τους αποσαφηνίζεται, με πλησιάζουν πιο κοντά. Μόνο ό,τι αγαπάμε γνωρίζουμε, δεν υπάρχει άλλο σχολειό. 'Ολα τα’ άλλα, φαντασιώσεις εγωισμού και σκιές ονείρων, στιγμιαίες.
- Αυτά τα περί εμμονών, ότι δηλαδή, ένα βιβλίο μια ζωή γράφουμε, αληθεύουν; Και εν τοιαύτη περιπτώσει οι εμμονές σας;
- Κατά κάποιο τρόπο, ναι. Κάθε βιβλίο είναι ένα νέο λαγούμι προς τον απόκρυφο εαυτό και την πνοή που με ζωντάνεψε. Να αναβιώσω, να κατανοήσω τι έγινε, ποια είμαι. Υπάρχει πιο διεγερτικό κίνητρο απ’ αυτό το δύσκολο αίνιγμα; Σαν λιθοξόος που λαξεύει και λαξεύει ένα βράχο για να βγάλει στο φως την κρυμμένη μορφή.
- Ξανακοιτάζοντας το παρελθόν, το βλέπετε άλλο;
- Το πιο γοητευτικό ίσως στοιχείο της ψυχανάλυσης-τρομαχτικό για κάποιους-είναι ότι σε βάζει να υποψιάζεσαι ότι αυτό που πιστεύεις για παρελθόν σου δεν είναι το αληθινό παρελθόν σου. Πως οι απωθήσεις όσων σε φόβισαν ή απαγορεύεται να ποθείς σε έκαναν να παραμορφώσεις στη συνείδησή σου όσα έζησες. Η εξιδανίκευση του παρελθόντος μας είναι ένας επικίνδυνος αμυντικός μηχανισμός. ΄Οσο τολμάς να ξεσκεπάσεις, τόσο ξαναδιαβάζεις τα παλιά αλλιώς. Τι ενδιαφέρουσα που είναι η όντως μνήμη και η αναβίωση! Τόσα στρώματα σενάριων, τόσοι λαβύρινθοι μέχρι την αλήθεια που σώζει!
- Και ζωγραφίσατε. Και φωτογραφίζετε. Τι είναι εκείνο που σας κάνει να θέλετε να εκφραστείτε με εικόνες;
- Παλιά ζωγράφιζα πολύ. Μετά φωτογράφιζα και φωτογραφίζω. Από ενθουσιασμό για μια ωραιότητα μπρος μου, αλλά και από πανικό να διασώσω κάτι απ΄ το τώρα που διαρκώς φεύγει. Με τον καιρό γίνομαι πιο ψύχραιμη. Καταλαβαίνω πως η φωτογραφία δεν συλλαμβάνει εντέλει αυτό που ζητάς. Πάλι φεύγει. Καλύτερα η μνήμη. Εκείνη ξέρει πώς θα τακτοποιήσει την εμπειρία μας, έχει άλλη σοφία στην κατάταξη και την ανακατάταξη, άλλη ζωντάνια απ΄ την ακινησία της φωτογραφίας που ψοφάει με τον χρόνο σαν καρφιτσωμένη νεκρή πεταλούδα.
- Αν σας ζητούσα να αφηγηθείτε τα βασικά της ζωής σας με εικόνες, ποιες θα επιλέγατε;
- Δύσκολη τόση αυτογνωσία που μου ζητάτε...Οι φωτογραφίες όμως που διάλεξα να σας δώσω είναι μερικές απ’ αυτές τις εικόνες ζωής. Για τον χρόνο τους, για τον τόπο τους, για το αίσθημα στον αέρα τους, κάπου και για εκείνον που με φωτογράφισε και δεν φαίνεται στη φωτογραφία, η σκιά του μόνο...
- Σε χρώμα;
- Πάντα με γοητεύει η μαυρόασπρη φωτογραφία. Είναι πιο υπαινικτική. Σου επιτρέπει να θυμάσαι και να επιστρέφεις καλύτερα.
- Στο οικογενειακό σας πάνθεον, βλέπουμε Ντοστογιέφσκι και Φρόιντ, τοπία γκρίζα, εικόνες αγίων και μάσκες… Ακόμα και η μάσκα (η επιλογή της) είναι αποκαλυπτική της εικόνας μας; Υπάρχουν εικόνες – καταφύγιο για σας;
- Ναι, υπάρχουν πάντα τα προσωπικά μας εικονοστάσια. Μορφές που λαχταρούμε κοντά μας, είτε πρόσωπο με πρόσωπο, είτε πίσω από μάσκα. Η κορυφαία όμως εικόνα μου είναι ο Χριστός της Μονής Χιλανδαρίου. Είναι το ΄Αλεφ μου.
- Αλλά και στα βιβλία σας οι εικόνες είναι καθοριστικές: Το αλωνάκι της Ντούλιας (Ντούλια), το νησί όπου κατέφυγε ο άντρας της Μοναξιάς (Η μοναξιά είναι από χώμα), τα δωμάτια όπου βασανίζονται οι εραστές (Ο αντίπαλος εραστής), το ξενοδοχείο χωρίς όνομα στο τελευταίο σας βιβλίο (Τα πράγματα που ζουν απ’ τον Χαμό), αυτή η γυναίκα που επιστρέφει στις παλιές αγάπες (Οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο), το σπιτικό της γυναίκας στη μοιχεία… ως εικόνες τις βλέπετε πρώτα τα ιστορίες σας;
- Εικόνες, νοήματα, ήχοι, αισθήματα, αρώματα, συνεργάζονται για να ''δεις''. Κάθε αίσθηση αναζητά τις υπόλοιπες για να λειτουργήσει. Παλιά ήθελα να γίνω ζωγράφος, ανάγκη που μου ικανοποιήθηκε όταν άρχισα να γράφω ιστορίες. Και η μουσική!...Τι κόσμοι! Τι κλίμα!...΄Οταν έγραφα το τελευταίο μου,'' Τα πράγματα που ζουν απ΄ τον χαμό'' άκουγα ασταμάτητα το σάουντρακ της ταινίας ''2046''.
- Ποια θεωρείτε σημαντικότερη εποχή; Το παρελθόν, το παρόν ή το μέλλον; Και η νοσταλγία από πού έρχεται; Απ’ ό,τι χάσαμε ή απ’ αυτό που ψάχνουμε να βρούμε;
- Σίγουρα το παρόν μόνο υπάρχει. Επειδή ακριβώς περιέχει απ΄ όλα. Πάντα από όλα:Παρελθόν και μέλλον. Είναι ενιαίος ο χρόνος μας, επειδή ακριβώς ποθεί να βγει στο άχρονο. Εκεί που αιώνια εκβάλλουν όλα. Η νοσταλγία προέρχεται απ΄ όσα δεν χάσαμε. Τίποτα αληθινό δεν χάνεται. Πάντα το διαισθανόμουν αυτό αλλά εντέλει μου επιβεβαιώθηκε όταν πέθαναν κάποιοι πολύ αγαπημένοι μου.